4.2.18

Ο Χριστός Ναζηραίος - Εκδήλωση Συλλόγου φίλων Μονής Εσφιγμένου

Στις 4 Φεβρουαρίου 2018 πραγματοποιήθηκε εκδήλωση του Συλλόγου των φίλων της Μονής Εσφιγμένου στον Ιερό Ναό Αγίου Αθανασίου Πολυδρόσου Χαλανδρίου.

Κεντρικός ομιλητής ήταν ο π. Αντώνιος Πινακούλας.

Ομιλία π. Αντωνίου Πινακούλα :

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΝΑΖΗΡΑΙΟΣ

Αγαπητοί αδελφοί, από προχθές την Παρασκευή γιορτάζουμε τη μεγάλη γιορτή της Υπαπαντής του Χριστού. Ακούσαμε στο Ευαγγέλιο πώς ο Χριστός στην αγκαλιά της Παναγίας μας πήγε στον Ναό των Ιεροσολύμων. Από την ημέρα που γεννήθηκε και στη συνέχεια, έγινε γνωστός σε έναν πολύ μικρό κύκλο ανθρώπων, στον οικογενειακό χώρο και σε κάποιους που αξίωσε ο Θεός να τον προσκυνήσουν, όπως οι Μάγοι και οι Ποιμένες. Σαράντα μέρες από τη Γέννησή του, πήγε στο Ναό των Ιεροσολύμων, όπως όριζε ο νόμος. Εκεί αναγνωρίστηκε από τον Συμεών και την Άννα, που ζούσαν στο Ναό. Αυτή είναι η διαφορά της Υπαπαντής από τις γιορτές των Χριστουγέννων και της Περιτομής. Ο Χριστός πήγε στο κέντρο της εκκλησίας της Παλαιάς Διαθήκης και στο κέντρο της εκκλησίας του, στον φυσικό του χώρο θα λέγαμε, αφού αναγνωρίζεται από τους κατοίκους αυτού του χώρου, τους πιστούς, όπως ο Συμεών και η Άννα.



Όπως ακούσαμε από τον ευαγγελιστή Λουκά, «καθώς γέγραπται εν νόμω Κυρίου, ότι παν άρσεν διανοίγον μήτραν άγιον τω Κυρίω κληθήσεται». «Σύμφωνα με τον νόμο του Κυρίου, αν το πρώτο παιδί που φέρνει μια γυναίκα στον κόσμο είναι αγόρι, πρέπει να θεωρείται αφιερωμένο στον Κύριο». Ο νόμος όριζε με κάθε λεπτομέρεια ότι μπαίνοντας οι Ισραηλίτες στη γη της επαγγελίας είχαν υποχρέωση να προσφέρουν στον Θεό τα πρώτα γεννήματα από ανθρώπους, από ζώα και από δέντρα, επειδή ήταν αφιερωμένα σ’ αυτόν. Και βέβαια οι καρποί προσφέρονταν στον Θεό και θυσιάζονταν στον ναό, όπως και τα πρωτότοκα αρσενικά ζώα.

Με τους ανθρώπους όμως τι γινόταν; Δεν ήθελε ο Θεός να σφάζονται οι άνθρωποι για χάρη του. Άλλα πράγματα ήθελε. Ήθελε τους ανθρώπους να αφιερώνονται ολοκληρωτικά στο νόμο του, να είναι ταμένοι στο θέλημά του. Αυτό όμως λίγοι το αποφάσιζαν και ακόμη λιγότεροι το κατόρθωναν. Υπήρχαν Ισραηλίτες που από παιδιά είχαν αφιερωθεί στον Θεό, όπως ο Σαμουήλ στην πολύ παλαιά εποχή και ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος στα χρόνια του Χριστού. Αυτοί που έμεναν αφιερωμένοι στο Ναό και αγωνίζονταν να είναι συνεπείς με αυτά που έλεγε ο νόμος αποτελούσαν συγκεκριμένη ομάδα, τους έλεγαν ναζηραίους, αφιερωμένους. Σ’ αυτή την ομάδα ανήκαν ο Συμεών και η Άννα. Ζούσαν όπως οι δικοί μας μοναχοί, κοντά στο Ναό, με ευλάβεια, όπως ακούσαμε από τον ευαγγελιστή Λουκά. Γράφει ότι ο Συμεών ήταν ευλαβής και η Άννα δεν σταματούσε ποτέ να νηστεύει, να προσεύχεται και να συμμετέχει στις ακολουθίες του Ναού.

Επειδή το να γίνει κάποιος ναζηραίος ήταν δύσκολο, να πάρουν δηλαδή οι γονείς του αγοριού τέτοια απόφαση και να αφήσουν το παιδί τους εκεί, να μείνει αφιερωμένο για πάντα στο Ναό, όριζε ο νόμος την εξαγορά του. Μετά την εμφάνιση του αγοριού στο Ναό γινόταν η εξαγορά του. Για να το πάρουν πίσω, έπρεπε να πληρώσουν.
Με τον Χριστό συμβαίνει το εξής παράξενο: Στο Ευαγγέλιο της γιορτής ακούμε ότι έρχονται οι γονείς του Ιησού, κάνουν τη θυσία που ορίζει ο νόμος, αλλά δεν εξαγοράζουν τον Χριστό. Δεν πληρώνουν για να τον πάρουν πίσω. Ο Χριστός, αν και γυρίζει στη Ναζαρέτ, μένει αφιερωμένος στον Θεό και στην υπηρεσία του Nαού. Όταν γίνεται δώδεκα ετών, έρχεται στα Ιεροσόλυμα να γιορτάσει το Πάσχα και τον χάνουν οι γονείς του, τον βρίσκουν στο Ναό ανάμεσα στους δασκάλους. Στην ερώτησή τους γιατί το έκανε αυτό, τους απαντά: «–Γιατί με αναζητούσατε; Δεν ξέρατε ότι πρέπει να βρίσκομαι στο σπίτι του πατέρα μου;» Ήταν σαν τους έλεγε: «–Αφού δεν με εξαγοράσατε. Εγώ είμαι αφιερωμένος, είμαι ταμένος, είμαι ναζηραίος, πρέπει να είμαι συνέχεια εδώ, στο Ναό.»

Έχει πολύ μεγάλη σημασία αυτή η λεπτομέρεια. Επειδή σ’ αυτήν βρίσκεται το νόημα της γιορτής. Ότι ο Χριστός δεν εξαγοράστηκε και έμεινε για πάντα αφιερωμένος στο Ναό, στο έργο του Θεού. Δε γύρισε πίσω να ζήσει με τους ανθρώπους. Γιατί έχει μεγάλη σημασία αυτό; Γιατί ο Χριστός ό,τι έκανε ως άνθρωπος το έκανε για μας. Το έκανε για να δείξει σε μας το έργο της δικής μας ζωής. Ήθελε να δείξει μ’ αυτό ο Χριστός ότι όσοι τον ακολουθήσουν και γίνουν μαθητές του θα είναι διαπαντός αφιερωμένοι σ’ αυτόν. Τα νοήματά τους, οι επιθυμίες τους, τα συναισθήματά τους και τα έργα τους, οι σχέσεις τους με τους ανθρώπους και με τα πράγματα θα διέπονται από το νόμο του Θεού.

Αγαπητοί αδελφοί, εμείς ήρθαμε στο ναό του Θεού, στην εκκλησία μας, όταν γίναμε σαράντα ημερών. Μας φέρανε οι γονείς μας και μας παρουσίασαν στην κοινότητα του λαού του Θεού. Ο εφημέριος της ενορίας μάς υποδέχτηκε στον νάρθηκα, διάβασε τις ευχές και μας οδήγησε μέχρι το άγιο Βήμα. Πριν τελειώσει, επανέλαβε τα λόγια του αγίου Συμεών: «Νυν απολύεις…». Αργότερα, αξιωθήκαμε να βαπτισθούμε και να λειτουργηθούμε. Με αυτόν τον τρόπο ολοκληρώθηκε η διαδικασία της αφιερώσεώς μας στο Θεό. Τώρα τίθεται το ερώτημα: – Παραμένουμε αφιερωμένοι στο Θεό και πόσο; Μήπως ξεχάσαμε την αφιέρωσή μας και κρατήσαμε μόνο το όνομα του χριστιανού; Σε ποιόν αφιερωθήκαμε, για ποιους λόγους αφιερωθήκαμε και πώς είναι δυνατόν να συνεχίσουμε την αφιέρωσή μας;

Ας τα δούμε αυτά μέσα από την ιστορία ενός ναζηραίου, του Σαμψών, που έγινε Κριτής του Ισραήλ. Όταν γεννήθηκε, οι γονείς του, υπακούοντας στον Θεό, τον αφιέρωσαν, όπως γινόταν τότε και είπαμε παραπάνω. Οι αφιερωμένοι, εκτός των άλλων, ήταν υποχρεωμένοι να μην κόβουν τα μαλλιά τους. Εάν κάποιος απ’ αυτούς έκοβε τα μαλλιά του, έπαυε να είναι αφιερωμένος. Λόγω της αφιερώσεώς του, ο Σαμψών είχε πάνω του τη δύναμη του Θεού. Στην Αγία Γραφή διαβάζουμε μεγάλα και θαυμαστά πράγματα που έκανε με τη δύναμη του Θεού. Ήταν μια εικόνα του Χριστού που θα ερχόταν. Αξιώθηκε έτσι ν’ αναγνωριστεί αρχηγός των Ισραηλιτών και να νικήσει τους εχθρούς τους. Με τον καιρό συνέβη να σχετισθεί με τη Δαλιδά, γυναίκα ειδωλολάτρισσα. Η συναναστροφή του με εκείνη έθεσε σε κίνδυνο την αφιέρωσή του στον Θεό. Βαλμένη από τους εχθρούς του, η Δαλιδά προσπαθούσε με κάθε τρόπο να μάθει την πηγή της δύναμής του. Μετά από πολλά αναγκάστηκε να της αποκαλύψει το μυστικό του. Όπως γράφει η Αγία Γραφή: «Της άνοιξε όλη την καρδιά του και της είπε: ξυράφι δεν πέρασε ποτέ από το κεφάλι μου, γιατί εγώ είμαι ναζηραίος, δηλαδή αφιερωμένος στο Θεό από την κοιλιά της μάνας μου. Αν ξυρίσω τα μαλλιά μου, τότε θα χάσω τη δύναμή μου και θα γίνω σαν ένας κοινός άνθρωπος» (Κρ. 16,17). Ο Σαμψών ήξερε ότι η δύναμή του πήγαζε από την τήρηση της εντολής του Θεού. Εάν έπαυε αυτό, θα γινόταν ό,τι είναι όλοι οι άνθρωποι.

Η Δαλιδά κατάφερε να τον κοιμίσει στα γόνατά της, να του κόψει τα μαλλιά και να τον παραδώσει στους εχθρούς του. Εκείνοι τον τύφλωσαν και τον έβαλαν φυλακή. Ένας ναζηραίος, αφιερωμένος στον Θεό, κατάντησε περίγελο των ειδωλολατρών, επειδή περιφρόνησε τις εντολές του Θεού. Ο Σαμψών στη φυλακή ήρθε σε μετάνοια, τα μαλλιά του άρχισαν να μεγαλώνουν και η χάρη του Θεού επέστρεψε πάνω του. Σε κάποιο γλέντι τους οι ειδωλολάτρες έφεραν τον Σαμψών, τον ράπιζαν και τον διακωμωδούσαν. Εκείνος «έκλαψε στο Θεό και είπε: Κύριε, θυμήσου με, σε παρακαλώ, και κάνε με δυνατό μονάχα ετούτη τη φορά» (Κρ. 16, 28). Ευρισκόμενος ανάμεσα στις κολώνες του κτηρίου, τις έπιασε με τα δυο του χέρια και με τη δύναμη που του έδωσε ο Θεός το γκρέμισε.

Η ιστορία του Σαμψών μάς δίνει ξεκάθαρα απαντήσεις στα ερωτήματά μας. Η αφιέρωσή μας στον Θεό σημαίνει τήρηση των εντολών του και τίποτε άλλο. Η διαφορά μας με τον κόσμο βρίσκεται στην παρουσία της χάριτος του Θεού πάνω μας και όχι στη δήλωσή μας ότι είμαστε χριστιανοί. Η τήρηση των εντολών του Θεού για μας είναι κάτι το αυτονόητο, επειδή αξιωνόμαστε να τις τηρούμε με τη χάρη του. Αντίθετα, για τον κόσμο είναι παράλογες και αδύνατον να τηρηθούν. Απαραίτητη προϋπόθεση της τήρησής τους είναι η δέσμευσή μας απέναντι στη δύναμη του Θεού, απέναντι στην καλοσύνη του. Όποιος παίρνει την απόφαση να αφιερωθεί πιστεύει πως θα τα καταφέρει να μείνει για πάντα αφιερωμένος, επειδή είναι δυνατός αυτός στον οποίο αφιερώνεται. Για να του χαρίζει ο Θεός τη δύναμή του, μόνο ένας όρος υπάρχει και κανένας άλλος, η αφοσίωση στο σκοπό της αφιέρωσης. Ο Σαμψών έχασε τη δύναμή του όταν πρόδωσε τον σκοπό της αφιέρωσης και εξάντλησε την μακροθυμία του Θεού. Την ξαναβρήκε αφού ταπεινώθηκε σκληρά και μετανόησε. Αντίθετα, ο Συμεών ο ευλαβής και η Άννα, χάρις σ’ αυτήν την αφοσίωση, αξιώθηκαν όχι μόνο να γεράσουν παραμένοντας ναζηραίοι, αλλά και να πάρουν στην αγκαλιά τους τον Χριστό.

Και εκείνοι, ο Σαμψών, ο Πρόδρομος, ο Συμεών, η Άννα, και όλοι οι ναζηραίοι αφιερώθηκαν με την ελπίδα ότι θα ερχόταν ο Χριστός και θα έδινε νόημα στον αγώνα τους. Γι’ αυτό και ο Συμεών, μόλις τον πήρε αγκαλιά, ζήτησε από τον Θεό να φύγει από τον κόσμο, αφού είδε με τα μάτια του την απαντοχή μιας ολόκληρης ζωής. Εμείς είμαστε σε ασύγκριτα πλεονεκτικότερη κατάσταση. Ο Χριστός δεν είναι μόνο ελπίδα, αλλά ζωντανός πραγματικός άνθρωπος που έμαθε μέσα από τα παθήματά του την αφιέρωση (Εβρ. 5,8). Στην Υπαπαντή γιορτάζουμε την εμφάνισή Του στον Ναό και την αποκάλυψη ότι είναι ο αληθινός ναζηραίος. Αφιερωμένος διαπαντός στον Θεό, τηρητής του νόμου μέχρι κεραίας και μαζί μας συνεχώς.

Αγαπητοί αδελφοί, εμείς σήμερα συγκεντρωθήκαμε στον φιλόξενο χώρο του Αγίου Αθανασίου, για έναν ιδιαίτερο λόγο. Οι Πατέρες της Ιεράς Μονής Εσφιγμένου του Αγίου Όρους έρχονται στην περιοχή μας τέτοιες μέρες για να γιορτάσουν μαζί μας την Υπαπαντή του Χριστού. Επειδή συνδέονται από παλιά με την περιοχή μας, έχουν εδώ πολλούς φίλους και συμπαραστάτες και επειδή το μετόχι τους γιορτάζει την Υπαπαντή. Εμείς όλοι, πέραν των οποιωνδήποτε λόγων που μας συνδέουν μαζί τους, τους γνωρίζουμε ως μοναχούς, ως ανθρώπους που έχουν αφιερωθεί στον Θεό, ως και εξωτερικά ναζηραίους. Όταν λέω και εξωτερικά ναζηραίους, εννοώ ότι ενώ όλοι είμαστε ναζηραίοι από την ημέρα που σαραντίσαμε βρέφη στην αγκαλιά της μάνας μας και μας υποδέχτηκε ο εφημέριος της ενορίας μας για να μας εμφανίσει στην κοινότητα των μαθητών του Χριστού, εκείνοι έκαναν ένα ακόμη σπουδαίο και ηρωικό βήμα. Εγκατέλειψαν και σωματικά τον κόσμο και πήγαν στο Άγιο Όρος. Πήραν τόσο σοβαρά την αφίερωση στο Θεό που αποφάσισαν να ακολουθήσουν τον δρόμο και τον τρόπο του Συμεών και της Άννας κατά γράμμα. Όπως ακούσαμε στο Ευαγγέλιο της γιορτής, ο Συμεών ήταν «δίκαιος και ευλαβής» και η Άννα «ουκ αφίστατο από του ιερού νηστείαις και δεήσεσι λατρεύουσα νύκτα και ημέραν». Τήρηση των εντολών του Θεού, ευλάβεια, νηστεία και συνεχής συμμετοχή στην εικοστετράωρη λατρεία του Ναού. Οι Πατέρες της Εσφιγμένου, όπως όλοι οι μοναχοί, είναι η ζωντανή συνέχεια της ζωής του Συμεών και της Άννας. Όποιος τους επισκέπτεται στο Άγιο Όρος, το διαπιστώνει με τα μάτια του και συγκινείται από τη ζωή τους.

Τι κρύβεται πίσω από την εξωτερική και συγκινητική ζωή τους; Τι κρύβεται πίσω από αυτά που εκπλήττουν τους ανθρώπους, τους κάνουν να θαυμάζουν, τις πιο πολλές φορές για λίγο, στη συνέχεια θαυμάζουν κάτι άλλο και ουδέποτε αποφασίζουν να πάρουν στα σοβαρά κάτι; Δύο πράγματα κρύβονται, όπως κρύβονταν και πίσω από τη ζωή του Συμεών και της Άννας. Η επιθυμία του Θεού και η αναγνώριση του Χριστού. Σε όλη την Παλαιά Διαθήκη και σε όλη την Καινή και στους βίους των αγίων κυλάει ορμητικά η επιθυμία του Θεού. Ένας σοφός γράφει ότι οι άνθρωποι ξεχωρίζουν από τη δύναμη της επιθυμίας τους. Δεν ξεχωρίζουν από άλλες ίδιότητες ή προσόντα. Μπορεί να φαίνεται ότι ξεχωρίζουν από τέτοια, αλλά η πραγματική διαφορά βρίσκεται στη δύναμη της επιθυμίας. Μόνο αυτή μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα, να δημιουργήσει προοπτικές, να στηρίξει καταστάσεις. Μόνο αυτή μπορεί να δώσει νόημα και περιεχόμενο στη ζωή ενός ανθρώπου ή αντίθετα να την καταστρέψει. Εάν αυτή υπάρχει, ο άνθρωπος είναι ζωντανός και μπορεί να πάρει αποφάσεις, να ελπίζει, να υπομένει και να προσμένει. Σκεφτείτε τη δύναμη της επιθυμίας του Συμεών, που όπως γράφει ο ευαγγελιστής, «ην προσδεχόμενος παράκλησιν του Ισραήλ». Περίμενε την «παράκληση», την παρηγοριά του Ισραήλ. Παρηγοριά του Λαού του Θεού ήταν ο ερχομός του Χριστού. Τόσο μεγάλη ήταν η επιθυμία του Συμεών να δει τον Χριστό που έκανε τα πάντα για να τον συναντήσει. Και ο Θεός ανταποκρίθηκε στην επιθυμία του και του αποκάλυψε πως δεν θα φύγει από αυτόν τον κόσμο πριν πράγματι τον συναντήσει (Λκ. 2,26). Η επιθυμία του ήταν τόσο μεγάλη, ήταν τόσο εναρμονισμένη με το θέλημα του Θεού, που αξιώθηκε να ζει μέσα στη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Όταν ο Χριστός θα πήγαινε στο Ναό, το Άγιο Πνεύμα τού υπέδειξε να είναι και αυτός εκεί (Λκ. 2,27). Πήρε στην αγκαλιά του τον Χριστό, δόξασε τον Θεό και τον παρακάλεσε να τον πάρει από αυτόν τον κόσμο. Η ζωή του ολόκληρη βρήκε το νόημά της. Δεν υπήρχε λόγος να παραμένει μαζί με τους ανθρώπους. Η επιθυμία του έγινε πραγματικότητα και δεν ήταν πια μόνο στις σκέψεις του και στα συναισθήματά του, αλλά ολόκληρη και ολοζώντανη στα χέρια του. Αξιώθηκε να κρατήσει στην αγκαλιά του τον ίδιο τον Θεό.

Έτσι νόμιζε ο ίδιος, έτσι νόμιζαν όσοι τον είδαν, έτσι τον βλέπουμε στις εικόνες που προσκυνούμε στους ναούς μας. Η αλήθεια βέβαια είναι διαφορετική και θέλει λίγο να το προσέξουμε. Δεν ήταν ο Συμεών που κρατούσε τον Χριστό στην αγκαλιά του, αλλά ήταν ο Χριστός που κρατούσε τον Συμεών. Ήταν ο Χριστός που δημιούργησε τον κόσμο, που δημιούργησε τον άνθρωπο, που του αποκάλυψε τον ερχομό του, που έδωσε στο Συμεών την δύναμη να τον περιμένει και τώρα του αποκαλύφτηκε. Έτσι συμβαίνει πάντα. Και ο Ιωσήφ με τον Νικόδημο κρατούσαν τον Χριστό νεκρό το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής για να τον κηδεύσουν. Αλλά ήταν ο Χριστός που τους κρατούσε και τους στήριζε. Και εμείς νομίζουμε πολλές φορές πως υποστηρίζουμε τον Χριστό και τον βοηθούμε να μείνει η πίστη του ανάμεσα στους ανθρώπους. Και ξεχνάμε ότι αυτός μας στηρίζει, αυτός μας χαρίζει τη ζωή και την πίστη.

Το ένα λοιπόν είναι η επιθυμία του Θεού, το άλλο είναι η αναγνώριση του Χριστού. Ο Συμεών δεν περίμενε μόνο τον Χριστό, αλλά όταν τον είδε, τον αναγνώρισε. Αναγνώρισε τον αληθινό Χριστό. Δεν αναγνώρισε στη θέση του Χριστού κάποιο είδωλο του εαυτού του. Δεν αναγνώρισε στη θέση του Χριστού κάποιον που άλλοι άνθρωποι είπαν πως είναι ο Χριστός. Δεν αναγνώρισε κάποιον που φάνταζε για Χριστός, αλλά ήταν ψεύτικο ομοίωμά του. Και ξέρετε κάτι ακόμα; Η αναγνώριση του Χριστού δεν είναι κάτι που έγινε και τελείωσε. Δεν είναι κάτι που ανήκει πια στην ιστορία και είναι για μας παρελθόν. Βλέπετε, στο Ευαγγέλιο το μεγαλύτερο προβλημα είναι η αναγνώριση του Χριστού. Αυτόν αναγνώρισαν όλοι όσοι τον πίστεψαν. Και ο Ζακχαίος και η Χαναναία και η Αιμορροούσα και οι τυφλοί που είδαν το φως τους και τόσοι άλλοι. Αντίθετα, δεν τον αναγνώρισαν ο Ηρώδης, οι Γραμματείς, οι Φαρισαίοι και όλοι οι εχθροί του. Είναι ανάγκη λοιπόν να τον αναγνωρίσουμε και εμείς τον Χριστό προσωπικά. Γι’ αυτό διαβάζουμε το Ευαγγέλιο. Και επειδή αυτό δεν είναι εύκολο, είναι ανάγκη να υπάρχουν μέσα στην Εκκλησία εκείνοι που τον αναγνωρίζουν και τον μαρτυρούν στα υπόλοιπα μέλη της κοινότητας. Όπως έγινε με τον Συμεών και την Άννα, τους ναζηραίους του Θεού.

Καταλαβαίνετε τώρα τι αξία έχει η παρουσία των Πατέρων της Εσφιγμένου ανάμεσα μας. Είναι οι σημερινοί ναζηραίοι. Έχουν για μας τη θέση του Συμεών και της Άννας. Έχουν την επιθυμία του Θεού μέσα τους και το απέδειξαν με το να γίνουν μοναχοί στο Άγιο Όρος. Οι αρχαίοι πιστοί του Θεού, οι ισραηλίτες έλεγαν: «Μακάριος ος έχει σπέρμα εν Σιων και οικείους εν Ιερουσαλήμ» (Ησ. 31,9). Είναι μακάριος-ευτυχισμένος όποιος έχει δικούς του ανθρώπους στο Ιεροσόλυμα. Ήταν επιθυμία τους να πηγαίνουν στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσουν στον Ναό του Θεού, εκεί που εμφανιζόταν η δοξα του Θεού. Εάν είχαν εκεί δικούς τους ανθρώπους τα πράγματα γινόταν εύκολα. Θα τους φιλοξενούσαν και θα τους βοηθούσαν να ζήσουν τα όνειρά τους. Έτσι και εμείς είμαστε ευτυχισμένοι που έχουμε δικούς μας ανθρώπους στο Άγιο Όρος. Άνθρώπους που είναι έτοιμοι να μας φιλοξενήσουν και να μας βοηθήσουν να ζήσουμε κοντά τους τον τρόπο και τον δρόμο που οδηγεί στην αναγνώριση του Χριστού.

Αγαπητοί αδελφοί, εμείς αφιερωθήκαμε, όταν ήμαστε μικρά παιδιά, και μας πήγαν οι γονείς μας στον ναό. Και τότε κρίθηκε η δικιά τους εμπιστοσύνη στον Θεό. Αλλά τώρα που μεγαλώσαμε η αφιέρωση αφορά εμάς τους ίδιους. Πώς βλέπουμε τη σχέση μας με τον Θεό; Τον εμπιστευόμαστε; Είμαστε σίγουροι ότι οι εντολές του είναι αληθινές και έχουν αξία; Ότι είναι δυνατός να μας οδηγήσει εκεί που μας έχει υποσχεθεί; Ότι είναι τόσο καλός και έχει τόση αγάπη πού μπορούμε να τον εμπιστευόμαστε και να βαδίζουμε μαζί του; Η συνάντησή μας θέτει αυτά τα ερωτήματα για να απαντήσουμε με την ευχή των Πατέρων που είναι μαζί μας σήμερα ανεπιφύλακτα ναι. Αμήν.

(Ο π. Αντώνιος Πινακούλας είναι εφημέριος του Ιερού Ναού Αγίου Παντελεήμονος Χαλανδρίου)