Μετόχια Μονής Εσφιγμένου

Το 1793, κατά μήνα Αύγουστο, Ινδικτιώνος ΙΑ΄, ο Πατριάρχης Νεόφυτος ο Ζ΄ ο από Μαρωνείας (1789-1794), ο οποίος έπειτα εξορίσθηκε στη Ρόδο και το Άγιον Όρος, απέσπασε από την Ιερά Μονή του Εσφιγμένου, η οποία τότε βρισκόταν σχεδόν σε διάλυση, τη Μονή της θείας Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στην νήσο Πρίγκηπο της Προποντίδας, που είναι χτισμένη σε λόφο σε απόσταση 15΄ από την αποβάθρα και ιδρύθηκε επί του αυτοκράτορα Ιουστίνου (518-527), την κήρυξε Πατριαρχική Σταυροπηγιακή και έταξε επόπτη και διαχειριστή τον άρχοντα Παχάρνικο ή Ποστέλνικο Χριστόδουλο Βλαχούτση· μέχρι σήμερα αυτή η Μονή ανήκει στη Μεγάλη Εκκλησία και ουδέποτε διεκδικήθηκε από τη Μονή Εσφιγμένου. Βρίσκεται στην Εσφιγμένου κατάστιχο του 1772, όπου αναφέρεται ότι δαπανήθηκαν 8.066 γρόσια για την επισκευή της Μονής αυτής στην Πρίγκηπο, η οποία είχε αφιερωθή στη Μονή Εσφιγμένου από το Εσνάφι (συντεχνία) των Μπιζιρτζίδων (Χρωματοποιών).

Στη Μονή Εσφιγμένου ανήκε από τις 23 Νοεμβρίου του έτους 1843, μέχρι τις 23 Οκτωβρίου του 1885, το Μετόχι της Ζωοδόχου Πηγής στη Νέα Έφεσο (Κουσάντασι) στην τοποθεσία Ντερμέντερε. Τούτο επώλησε η Μονή στην ορθόδοξη Κοινότητα της Νέας Εφέσου αντί 950 οθωμανικών λιρών, εξαιτίας των ληστρικών συμμοριών, οι οποίες πολλές φορές απήγαγαν στα βουνά τους Μοναχούς και ζητούσαν λύτρα. Το Μετόχι αυτό είχε αφιερωθή από τον Πατριάρχη Άνθιμο τον Κουταλιανό τον από Μητροπολίτη Εφέσου, δυνάμει του κατά Μάϊο 1846, επινεμήσεως Δ΄, σιγιλλίου του, το οποίο κατά το Σεπτέμβριο του 1892 ακυρώθηκε από άλλο σιγίλλιο, που υποχρέωσε την Μονή να εξαγοράσει άλλο κτήμα ισότιμο προς το πωληθέν.

Η Μονή είχε Μετόχια στη Σιθωνία (Λογγό), Θάσο, Κασσάνδρα, Πορταριά, (Καλαμαριά), Στρόλογγο, παραλίμνιο της αρχαίας λίμνης Βόλβης (Μπουγιούκ Μπεσίκ, ΒΑ της Θεσσαλονίκης, περιμέτρου σχεδόν 75.550 μέτρων, την οποία αναφέρει ο Θουκυδίδης, λέγοντας για τον Βρασίδα: « Αφικόμενος περί δείλην επί τον Αυλώνα και Βρομίσκον, ή η Βόλβη λίμνη εξίησιν εις θάλασσαν» και αλλού: «Και Περδίκκας πείθει …τοις τε εκλιπούσι τούτοις της εαυτού γης της Μυγδονίας περί την Βόλβην λίμνην έδωκε νέμεσθαι, έως αν ο προς Αθηναίους πόλεμος η». Επίσης είχε ένα πανδοχείο (χάνι) στον Αχινό, άλλο στα Σεπετινίκια και Μετόχι στο Κρούσοβο υπό ενοίκιο· στη Θεσσαλονίκη διώροφο οίκημα αξίας 250-300 οθωμανικές λίρες στην τοποθεσία Ιπποδρόμιο κοντά στους Ναούς του αγίου Αντωνίου και αγίου Κωνσταντίνου.

Το αρχαιότερο των εγγράφων της Μονής του Εσφιγμένου με αυτή τη μορφή του ονόματος είναι του έτους 1035, μηνός Δεκεμβρίου, Ινδικτιώνος Γ΄, που αφορά στην πώληση από τη Μονή των Πλακίων γης κοντά σε αυτή· άλλο επίσης αρχαίο είναι το κατά το έτος 1053, Ινδικτιώνος Δ΄, που αφορά στη Μονή του Τιμίου Προδρόμου Καλλιάγρας το κατά το μήνα Αύγουστο του 1095, Ινδικτιώνος Γ΄, δικόγραφο του Ευθυμίου Κριτού Βήλου, πραιτωρίων και αναγραφέα για κάποιο προάστειο Πορταρέας κλπ.

Υπάρχουν στη Μονή διάφορα χρυσόβουλλα, εκτός των άλλων και το χρυσόβουλλο του Ιωάννου Ε΄ του Παλαιολόγου το 1357, μήνα Αύγουστο, Ινδικτιώνος Γ΄, που αφορά στον τόπο του Παρθενώνος στον Λογγό (Σιθωνία), που δωρήθηκε με την αίτηση του Πνευματικού των βασιλέων Δαυίδ· σ΄αυτό περιλαμβάνεται και το Παλαοχώρι των Σοτσίων, ήδη μύλος Γρηγοριάτικος, όπως και το Φραγκόκαστρον και η Τορώνη, τα οποία έχουν ως όρια το Πόρτο Κουφό, τον Στραβόλακκο, τους Μαδοτόπους και την τοποθεσία Ραγαζόβατο, που είναι το ρυάκι μπροστά στο Μετόχι της Μονής Γρηγορίου, γεμάτος ραγάζι, δηλαδή ψαθί. Άλλο χρυσόβουλλο υπάρχει του βασιλιά και αυτοκράτορα Σερβίας Στεφάνου Δουσάν Ούρος του Δ΄το έτος 1347, Ινδικτιώνος ΙΕ΄, που αφορά στο Μετόχιο Κρούσοβο της επαρχίας Σερρών. Ακόμη υπάρχουν σιγίλλιο του Επισκόπου Εζεβών και Στεφανιανών Ματθαίου για το παρά τον Στρυμόνα Μονύδριο του αγίου Γεωργίου Παριάκου το έτος 1358, κατά μήνα Φεβρουάριο, Ινδικτιώνος ΙΑ΄ και αφιερωτικό του Μητροπολίτη Σερρών Ιακώβου το έτος 1360, κατά μήνα Δεκέμβριο, Ινδικτιώνος ΙΓ΄, για την αυτή υπόθεση· χρυσόβουλλο του Γεωργίου Βράνκοβιτς Δεσπότη Σερβίας που χορηγεί ετησίως 50 λίβρες αργύρου την 11η Σεπτεμβρίου του έτους 1429· της Ηγεμονίδας Αγγελίνας που συνέχιζε τη δωρεά του Γεωργίου Βράνκοβιτς την 23η Ιουλίου του έτους 1499· γράμμα του Αρχιεπισκόπου Ιπεκίου και Πατριάρχη πάσης Σερβίας και Βουλγαρίας Παϊσίου προτρεπτικό προς όλους τους υπό την δικαιοδοσία του για συνδρομή υπέρ ανοικοδομήσεως της Μονής Εσφιγμένου την 25η Μαρτίου του 1633, Ινδικτιώνος Α΄· διάφορα χρυσόβουλλα και σουλτανικά φιρμάνια για τα Μετόχια της Μονής Αχινό, Πατρίκι, Στεφανιανά, Βρεστενά, Ορμύλια, στη Θεσσαλονίκη τα Μετόχια του Τιμίου Προδρόμου και του αγίου Ερμογένους και στην Ιερισσό και τον Πρόβλακα (Ν. Ρόδα Χαλκιδικής) οικήματα και αμπέλια· ο βακουφναμές του 1582 (976)· απόφαση του «Πρώτου» του Αγίου Όρους Γαβριήλ και της Σύναξης το έτος 1527, Ινδικτιώνος ΙΕ΄, για τον τόπο στην Τορώνη του Λογγού (Σιθωνίας), που ήταν νοικιασμένος αντί τεσσάρων φλωρίων στους Ζωγραφίτες και κατακρατούνταν από αυτούς. Μέχρι το 1528 οι Ζωγραφίτες και Εσφιγμενίτες βρισκόταν σε δικαστική αναμέτρηση με κίνδυνο ν' αφανισθούν οικονομικά μέχρι που τους συμβίβασε ο Επίσκοπος Ιερισσού · μετά πέντε χρόνια έγινε η άλωση της Μονής και ο εμπρησμός της από τους μουσουλμάνους πειρατές. Μετά από λίγο καιρό ανακαινίσθηκε· διότι το 1546 από δικαστικά έγγραφα μαθαίνουμε ότι υπήρχαν έριδες και δικαστικοί αγώνες μεταξύ της Μονής Εσφιγμένου και αγίου Παύλου εξαιτίας της καταπάτησης του πύργου στον Πρόβλακα, του μύλου, του ελαιώνα και του τσιφλικίου της Εσφιγμένου από τη Μονή Αγίου Παύλου, ενώ το 1548 εκδόθηκε φιρμάνι που δικαίωνε τη Μονή του Εσφιγμένου. Ατυχώς ολόκληρο το μνημονευθέν κτήμα συγχωνεύθηκε μεταξύ των Μονών Βατοπεδίου και αγίου Παύλου, το μετόχι της οποίας συνορεύει με το της Βατοπεδίου, ενώ τα όρια του αγίου Παύλου, σύμφωνα με τα σωζόμενα έγγραφα, προσεγγίζουν προς το Εσφιγμενιτικό Κονάκι. Σώζονταν μόνο τα βάθρα του πύργου στα Ν. Ρόδα (Πρόβλακας) κοντά στον δρόμο μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, κατά μαρτυρία του Ηγουμένου Γερασίμου Σμυρνάκη· μέχρι τότε οι Ιερισσιώτες ψαράδες έλεγαν: «πάμε να καλάρουμε τον γρίπο στο Σιμενίτικο», εννοώντας το παλαιό Μετόχι.

Στη Μονή υπάρχει χρυσόβουλλο της 3ης Οκτωβρίου του έτους 1655, από τον Τσάρο Αλέξιο Μιχαήλοβιτς (1645-—1676), πατέρα του Μεγάλου Πέτρου, με το οποίο χορηγείται στους Εσφιγμενίτες η άδεια να μεταβαίνουν ανά πενταετία στη Ρωσσία προς είσπραξη ελεών, να τους υποδέχονται ανακτορικοί άνθρωποι και να μεταφέρονται με βασιλικές άμαξες στη Μόσχα. Επίσης υπάρχει πράξη του έτους 1490 του «Πρώτου» Γαβριήλ Ιερομονάχου, υπογεγραμμένη από αυτόν, από τον πρώην «Πρώτο» Κύριλλο, ένδεκα εγκριτώτερους Προϊστάμενους της Μονής Χιλιανδαρίου, σε σλαυωνική γλώσσα και τους Γέροντες της Σύναξης, που δικαιώνει τους Εσφιγμενίτες κατά των Χιλιανδαρινών ως προς την δυτική οροθεσία της Μονής που διακανονίζεται ως εξής: «Έστι βραχυτάτη κοιλάς άντικρυς της σελάδος της άνωθεν του Πύργου του λεγομένου του Καβαλλάρεως και ανερχομένης, ως προς το βουνόν της Σαμαρείας, ην και κατείχον οι Χιλιανδαρηνοί ως λιβάδιον. Εις γάρ την αυτής κορυφήν άρχεται ο περιορισμός και κατέρχεται ο προειρημένος τοίχος (εκ ξηρολίθων και εσφραγισμένος) ο εκ ξηρολίθου εών την λιβαδίαν σελάδα δεξιά, αριστερά δε τα αμπέλια του Εσφιγμένου και κατέρχεται εις την όχθην, ην και έλεγεν ο προρρηθείς κυρ Μελέτιος ο Λαυριώτης είναι το σύνορον. Είτα πληρωθείσης της όχθης στρέφεται μικρόν προς αριστερά και ανέρχεται τα καταρρέοντα ύδατα εκ του προειρημένου ελαιώνος και ανέρχεται έως τον μικρόν αγκώνα εις ον και σταυρός επάγη. Είτα πάλιν στρέφεται μικρόν δεξιά και ανέρχεται τα καταρρέοντα ύδατα πάλιν έως εγγύς του ελαιώνος και ανέρχεται το ραχώνιον το αριστερόν του ελαιώνος έως του δυτικού μέρους του μεγάλου βουνού». Πάρα πολλά έγγραφα υπάρχουν παλαιά και νεώτερα, καθώς και επιτίμια που δικαιώνουν τους Εσφιγμενίτες περί των οροθεσίων τους· η τελευταία οροθεσία των διαφερομένων Μονών Εσφιγμένου και Χιλιανδαρίου έγινε την 13η Απριλίου 1882, μετά το αμοιβαίο περί διαιτησίας συνυποσχετικό γράμμα τους από 9ης Απριλίου ίδιου έτους, που διορίζει διαιτητές της μεν Εσφιγμένου τους Αρχιμανδρίτη Αγαθάγγελο από τη Μονή Ξηροποτάμου και Αρχιμανδρίτη Συμεών από τη Μονή Φιλόθεου, της δε του Χιλιανδαρίου τους από τη Μονή Βατοπεδίου Γέροντα Ιωάσαφ και από τη Μονή Σίμωνος Πέτρας Καθηγούμενο Αρχιμανδρίτη Νεόφυτο. Την νέαν αυτήν οροθεσία υποδεικνύει τοίχος από ξερολιθιά που χτίστηκε το 1882· το 1891 έκτισαν οι Χιλιανδαρηνοί μέσα από τη οροθεσία οίκημα με πηγάδι, φύτευσαν αμπελώνες σε όλο αυτό το μέρος και απέκλεισαν κατά κάποιον τρόπο τους απέναντι αμπελώνες της Μονής Εσφιγμένου, όπου βρίσκεται ο Ναός του αγίου Τρύφωνα με οίκημα.

Σε άλλο έγγραφο του «Πρώτου» Ιερομονάχου Ισαάκ το 1316, μήνα Μάιο, Ινδικτιώνος ΙΔ΄, όπου υπογράφουν πολλοί Ηγούμενοι και Γέροντες, εκτίθεται η πράξη περί ανταλλαγής μεταξύ των Μονών Εσφιγμένου και Βατοπεδίου του καλουμένου Εσφιγμενιτικού αγρού προς το δυτικό μέρος της, που βρίσκεται σε απόσταση 120 περίπου μέτρων και εκχωρήθηκε αντί αυτού το Μονύδριο της Βάνιτσας ή Γιοβάνιτσας με επιπλέον κατάθεση υπέρ των Βατοπαιδινών και 200 νομισμάτων για ισοστάθμιση της αξίας του αγρού· αναφέρεται στην πράξη αυτή ότι: «Εκτιμηθέντος του αγρού αντί οκτακοσίων υπερπύρων και μη έχοντος του Βατοπεδίου τοιαύτης αξίας κτήμα προς ανταλλαγήν, η Ιερά της Μέσης διακονία δέδωκε το Μονύδριον Βάνιτσαν». Ο βακουφναμές της Μονής Εσφιγμένου αναφέρει ότι το 1582 της ανήκει η Γιοβάνιτσα με ένα οίκημα και είκοσι στρέμματα τόπος. Μετά από πολλές όμως διενέξεις και δικαστικούς αγώνες των Ζωγραφιτών με τους Εσφιγμενίτες το 1746 πωλήθηκε η Βάνιτσα απ' αυτούς στους Ζωγραφίτες αντί 1300 γροσίων, επειδή και ο αρσανάς (λιμάνι) και η περιοχή της Μονής Ζωγράφου είναι κοντά στη Γιοβάνιτσα. Συντάχθηκε εμμάρτυρο και ολοσφράγιστο έγγραφο αγοραπωλησίας ενώπιον της Σύναξης, του Προηγουμένου της Μεγ. Λαύρας Γρηγορίου ως Επιστάτη του Αγίου Όρους και των πληρεξουσίων των ενδιαφερομένων Μονών, δηλαδή από την Εσφιγμένου του Σκευοφύλακα Ιερομονάχου Κυπριανού και από τη Ζωγράφου του κυρ Αρσενίου και Ιωήλ του Σκευοφύλακα, όπου ο Κυπριανός βεβαιώνει ότι οικειοθελώς και με αβίαστη γνώμη του και προαίρεση πώλησε το μέρος της λεγομένης Βάνιτσας και παρέδωσε σύμφωνα με το Πατριαρχικό γράμμα του Πατριάρχη Παϊσίου του Β΄ (1744-1748) και όλα τα οθωμανικά και ελληνικά έγγραφα περί της Βάνιτσας. Υπογράφουν στο πωλητήριο έγγραφο ο Σκευοφύλακας της Ιεράς και Βασιλικής Μονής του Εσφιγμένου Κυπριανός Ιερομόναχος, ο Προηγούμενος Λαύρας Γρηγόριος και Επιστάτης του Αγίου Όρους και άλλοι επτά μάρτυρες. Αλλά το 1798, όταν έγινε Κοινόβιο η Μονή του Εσφιγμένου, ο Γρηγόριος ο Ε΄, μη γνωρίζοντας φαίνεται το ανωτέρω πωλητήριο έγγραφο περί της Γιοβάνιτσας, εξέδωσε φρικτό επιτίμιο και διορίσθηκαν από τον τότε Μποσταντζήμπαση ανά δύο Προϊστάμενοι από τις Μονές Λαύρας, Βατοπεδίου και Ιβήρων μαζί με τον Επιστάτη της Μεγάλης Μέσης Κωνστάντιο Μοναχό Διονυσιάτη και τον Αγά Χαφούς Μεχμέτ, οι οποίοι αποφάνθηκαν δυνάμει του Συνορλαμά (οροθεσίας) και του κατά το 953 (τουρκικό έτος) Χοτζετίου υπέρ των δικαίων της Μονής Εσφιγμένου όσον αφορά τη Γιοβάνιτσα, καθώς και για τα διαφιλονεικούμενα όρια με τη Μονή Χιλιανδαρίου.

Το 1870, στις 22 Ιουλίου, έγινε πράξη στην Ιερά Κοινότητα σχετική με την υφιστάμενη διαφορά για τα νοτιοανατολικά οροθέσια της Μονής Εσφιγμένου με τα οροθέσια της Βατοπεδίου και προσήχθησαν από την Μονή Βατοπεδίου τα χρυσόβουλλα έγγραφά της και λοιπά άλλα, ενώ από την Εσφιγμένου μόνο ο βακουφναμές, επειδή τα λοιπά σχετικά έγγραφά της καταστράφηκαν από διάφορες συγκυρίες. Η Ιερά Κοινότητα τότε αρκέσθηκε στην προσαγωγή των εγγράφων που αναφέρθηκαν, μεταξύ των οποίων ήταν και τα δύο χρυσόβουλλα του αυτοκράτορα Ανδρονίκου του Β΄,από τα οποία το ένα απέρριψε η κοινότητα σαν υποβολιμαίο και ρύθμισε την οροθεσία των Μονών ως εξής: «Άρχεται (η οροθεσία) εκ της θαλάσσης, εκ του της ράχεως σχηματιζομένου ακρωτηρίου, όπερ καθοράται ακριβώς εκ του κέντρου της Παλαιοχώρας, ένθα υπάρχει η Εκκλησία των αγίων Πάντων. Εκ του ακρωτηρίου τούτου αναβαίνει την ράχιν ράχιν μέχρι της μεγάλης ράχεως όπου υπάρχει τούμβα, κακείθεν ευρίσκει τον δρόμον τον άγοντα εκ της του Βατοπεδίου εις την του Εσφιγμένου και τανάπαλιν. Εκ του δρόμου λαμβάνει τα δεξιά και ανερχόμενον την ράχιν ράχιν αφικνείται εις τον άλωνα του Παπά (ανεμοτερό) όπου και λήγει η διαφορά. Σημειωτέον δ' ότι από της θαλάσσης άχρι του άλωνος του Παπά τα μεν αριστερά καταρρέοντα ύδατα ανήκουσιν εις την του Βατοπεδίου, τα δε δεξιά εις την του Εσφιγμένου».

ΜΕΤΟΧΙΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΕΠΟΧΗ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ

1) ΒΡΑΣΤΑ – ΡΕΝΤΙΝΑ «Άγιος Νικόλαος του Σκουταρά»
2) Μηλέαι
3) ΠΕΡΙΟΧΗ ΣΤΡΥΜΟΝΟΣ Κρούσοβο «Άγιοι Ανάργυροι»
4) Αχινός
5) Λαιμίν
6) Έζοβα
7) Στεφανιανά «Άγιος Γεώργιος»
8) Παρυάκος «Άγιος Γεώργιος»
9) Βυσσινά
10) Ζίντζος
11) Μαστλάριν
12) Μουντζιάνη
13) Στάσις του Μανγκλαβίτη
14) ΡΕΝΤΙΝΑ – ΡΕΒΕΝΙΚΙΑ
15) Σιδηροκαύσια
16) ΙΕΡΙΣΣΟΣ
17) Πρόβλακας
18) ΟΡΜΥΛΙΑ «Παναγία Αχριδινή» - Μικρός αγρός
19) ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ Πύργος
20) ΣΙΘΩΝΙΑ Παρθενών
21) Τορώνη
22) ΠΟΡΤΑΡΕΑ – ΚΑΛΑΜΑΡΙΑ Άγιος Μάμας
23) Πεφλεγμένου
24) ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ «Άγιος Πρόδρομος»
25) «Άγιος Ερμογένης»
26) ΘΑΣΟΣ «Αγία Κυριακή» - Καζαβίτι

ΜΕΤΟΧΙΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΣΤΗ ΡΟΥΜΑΝΙΑ

1. Ι.Μονή Αγ. Αποστόλων «Πουρσούτζι» στην κοιλάδα Τζογκανέστι, περιοχή Φαλτζί
2. Ι.Μονή Αγ. Νικολάου Τεκούτζι, περιοχή Καρλιμανέστι
3. Ι.Μονή Αγ. Δημητρίου Πάδε, περιοχή Γαλάτσι
4. Ι.Μ.Προφ. Ηλιού Φλορέστι, περιοχή Τούτοβα
5. Σκήτη Κοιμ.Θεοτόκου Χίρσοβα η Κίρσοβα, περιοχή Γκαλούσκα
6. Σκήτη Αγ. Νικολάου Γολγοθά, περιοχή Ράκοβα- Ιβανέστι
7. Κτήματα Τριστιάνα, Ποπορσότζι, Μουντενίτζα, Σουσνέστι, περιοχή Πουρλάτι
8. Κτήμα ανώνυμο, περιοχή Αντώνι
9. Κτήμα Ρεντεποζέτουλ, περιοχή Τειχουλέστι
10. Κτήματα Λουτζένι, Ράι, Πουρσούτζι, περιοχή Φαλτζί.