Άγιος Γρηγόριος Ε´ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως




Ο Γρηγόριος Ε' (1746-1821) από τους επιφανέστερους πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως (1797-1798, 1806-1808, 1818-1821) εθνομάρτυρας από τους διαπρεπέστερους του απελευθερωτικού αγώνα, Άγιος της Εκκλησίας (10 Απριλίου), ανήκει εξίσου στην Εκκλησία, στο Έθνος και την Παιδεία. Παράλληλα πολυσυζητημένη μορφή λόγω της εμπλοκής του στις ιδεολογικές συγκρούσεις του νεότερου ελληνισμού.

Βιογραφικά

Το κοσμικό του όνομα ήταν Γεώργιος Αγγελόπουλος. Γεννήθηκε στην Δημητσάνα από γονείς ασήμους και φτωχούς, η φιλομάθειά του όμως τον ώθησε στη σπουδή. Σπούδασε αρχικά στη σχολή της γενέτειράς του κοντά στον διδάσκαλο Ιερομόναχο Μελέτιο, θείο και ανάδοχό του και στον Ιερομόναχο Αθανάσιο Ρουσόπουλο. Κατόπιν, στα είκοσί του χρόνια, το 1765 πήγε στην Αθήνα και μαθήτευσε για δύο χρόνια κοντά στον μεγάλο διδάσκαλο Δημήτριο Βόδα. Από την Αθήνα το 1767 πήγε στη Σμύρνη και παρέμεινε κοντά στον θείο του Εκκλησιάρχη Μελέτιο παρακολουθώντας μαθήματα στην Ευαγγελική Σχολή. Ήταν όμως φύση όχι μόνο φιλομαθής, αλλά και ασκητική. Αναθρεμμένος σε κλίμα παραδοσιακό - ησυχαστικό, ακολούθησε την κλίση του και στράφηκε στο μοναστικό βίο. Τον έρωτά του για το μοναχισμό ενίσχυσε η περίφημη Μονή Φιλοσόφου στην πατρίδα του και η από την παιδική ηλικία σχέση του μαζί της. Η κουρά του έγινε στις Στροφάδες και πήρε το όνομα Γρηγόριος. Στη συνέχεια σπούδασε στην Πατμιάδα Σχολή (θεολογία και φιλοσοφία), όπου παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας από το Δανιήλ τον Κεραμέα και κατόρθωσε να αποκτήσει υψηλή για την εποχή παιδεία. Ξαναγυρίζει στη Σμύρνη, όπου χειροτονείται διάκονος από τον Σμύρνης Προκόπιο (που ήταν Μεσσήνιος) και υπηρετεί ως αρχιδιάκονός του. Γρήγορα γίνεται πρεσβύτερος και πρωτοσύγκελλος. Όταν έγινε Πρεσβύτερος, ήλθε στη Δημητσάνα και έδωσε δια του διδασκάλου Αγαπίου Λεονάρδου 1500 γρόσια προκειμένου να γίνουν δωμάτια για τη στέγαση των απόρων σπουδαστών και έπειτα επέστρεψε στη Σμύρνη. Το 1785 ο Προκόπιος εκλέγεται Οικουμενικός Πατριάρχης και ο Γρηγόριος χειροτονείται επίσκοπος και ανέρχεται στο Μητροπολιτικό θρόνο της Σμύρνης. Η πλούσια δραστηριότητά του τον κάνει πλατιά γνωστό και γι᾽ αυτό τον Μάιο του 1797, μετά τη χηρεία του Οικουμενικού Θρόνου, εκλέγεται πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ως Γρηγόριος Ε´. Η Πατριαρχεία του συνδέεται με πλήθος περιπετειών και δυσχερειών, όπως αυτό φαίνεται και από την ανώμαλη πορεία της. Εκθρονίζεται και εξορίζεται το 1798. Αποσύρεται στη Μονή Ιβήρων του Άθωνα, όπου μένει επτά χρόνια, επιδιδόμενος στην άσκηση και τη μελέτη. Αγάπησε πραγματικά τη Μονή Εσφιγμένου και ενδιαφέρθηκε για την επαναφορά της στην κοινοβιακή τάξη. Εξάλλου τέλεσε και τα εγκαίνια του κεντρικού Ναού της το έτος 1811 και ανέλαβε τη εξώφληση της νοτίας πτέρυγος της Μονής, γι'αυτό και θεωρείται κτίτωρ. Στις 23 Σεπτεμβρίου 1806 καλείται για δεύτερη φορά από τους αρχιερείς στον Πατριαρχικό Θρόνο. Τα προβλήματα όμως δεν παύουν. Η αλλαγή της τουρκικής πολιτικής και η επανάσταση των Γενιτσάρων επιφέρουν και νέα πτώση του Γρηγορίου που εξορίζεται στην Πριγκηπόννησο και το 1810 αποσύρεται πάλι στο Άγιο Όρος, όπου μένει άλλα 9 χρόνια. Εκλέγεται όμως και για τρίτη φορά Πατριάρχης (15 Δεκεμβρίου 1818 )κι επιστρέφει στην Πόλη τον Ιανουάριο του 1819. Η τρίτη Πατριαρχία του συνδέεται με κρισιμότατες στιγμές του Γένους. Η θέση του γίνεται όλο και πιο επικίνδυνη και η πατριαρχία του λήγει με τη μαρτυρική του θυσία. Αφού τη νύχτα του Πάσχα (10 Απριλίου 1821) μαζί με 8 άλλους αρχιερείς τέλεσε τη θεία Λειτουργία της Αναστάσεως, συνελήφθη, κηρύχθηκε έκπτωτος και φυλακίστηκε. Οι δήμιοι στις φυλακές τον υπέβαλαν σε φρικτά βασανιστήρια και τον πίεζαν να δεχτεί τον Ισλαμισμό. Ό Πατριάρχης απάντησε: «Μάταια κοπιάζετε. Ό Πατριάρχης των Χριστιανών, Χριστιανός γεννήθηκε και Χριστιανός θα πεθάνει». Τότε τον έβγαλαν από τη φυλακή και τον οδήγησαν δεμένο στην αποβάθρα του Φαναρίου. Εκεί ο Γρηγόριος γονάτισε, έκανε το σημείο του Σταυρού και περίμενε τον αποκεφαλισμό του, αλλά κάποιος δήμιος τον κλώτσησε και αφού τον σήκωσε επάνω τον μετέφεραν στις Πύλες του Πατριαρχείου στις 3 το απόγευμα, όπου σε μία απ' αυτές με φρικτό τρόπο τον κρέμασαν. Επί τρεις ημέρες το σώμα του έμεινε μετέωρο, δεχόμενο τους εξευτελισμούς του μανιασμένου όχλου. Μια σπείρα Εβραίοι αγόρασαν το νεκρό, τον περιέφεραν στους δρόμους και τελικά αφού τρύπησαν όλο το σώμα του, έδεσαν στο λαιμό του ογκόλιθο και τον πέταξαν στον Κεράτιο κόλπο. Κατά θεία οικονομία όμως ο ογκόλιθος λύθηκε και το λείψανο του Πατριάρχη εθεάθη κάτω από τις γέφυρες κοντά στο Γαλατά. Ο Κεφαλλονίτης πλοίαρχος Νικ. Σκλάβος βρήκε το σκήνωμα και το μετέφερε κρυφά στην Οδησσό, όπου τάφηκε στον Ελληνικό ναό της Αγίας Τριάδος αφού κηδεύτηκε με αυτοκρατορικές τιμές. Το 1871 μεταφέρθηκε στην Αθήνα και εναποτέθηκε με τιμές στο ναΐσκο του Αγίου Ελευθερίου και το επόμενο έτος στο Ναό της Μητροπόλεως Αθηνών μέσα σε μεγαλοπρεπή τύμβο. Στίς 10-4-1921 αυτός ο νέος Ιερομάρτυς της πίστης μας, διακηρύχθηκε επίσημα Άγιος από σύνοδο 25 αρχιερέων στην Αθήνα και παραμένει στη συνείδηση του Ορθοδόξου Ελληνικού λαού φωτεινό άστρο αυτοθυσίας για την πίστη και την Πατρίδα. Ένα χρόνο μετά τον απαγχονισμό του, τον εξευτελισμό και τη μεταφορά του Λειψάνου του στην Οδησσό, ο Ζακυνθηνός ιερωμένος Οικονόμος Νικόλαος Κοκκίνης (μετέπειτα Μητροπολίτης Ζακύνθου), εφημέριος τότε του παλαιφάτου Ναού της Οδηγητρίας στο Τζάντε και φλογερότατος Φιλικός, συνθέτει Ακολουθία προς τιμήν του νέου Ιερομάρτυρος. Το 1871 ο λόγιος Αρχιεπίσκοπος Ζακύνθου Νικόλαος Κατραμής συμμετέχει στην Επιτροπή για τη μετακομιδή του ιερού του Λειψάνου στην Αθήνα από την Οδησσό. Πριν την αναχώρηση ο Κατραμής εκφωνεί λογύδριο κατ' απαίτησιν των Ομογενών. Την ίδια χρονιά, ένα άλλο μέλος της Συνοδικής εκείνης Επιτροπής για τη Μετακομιδή, ο Αρχιμανδρίτης Αβέρκιος Λαμπίρης, εκδίδει στην Αθήνα για λειτουργική χρήση την Ακολουθία του Κοκκίνη του 1822. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Διονύσιος Σολωμός στο πολύστιχο ποίημά του «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» αποτυπώνει με την απαράμιλλη δύναμη του λόγου του την κοινή του Γένους πεποίθηση για τη συμβολική αξία του μαρτυρικού τέλους του Πατριάρχου Γρηγορίου:

«..Κειες τες δάφνες που εσκορπίστε τώρα πλέον δεν τες πατεί,
και το χέρι οπού εφιλήστε πλέον, α! πλέον δεν ευλογεί. Όλοι κλαύστε. Αποθαμένος ο αρχηγός της Εκκλησιάς
κλαύστε, κλαύστε κρεμασμένος ωσάν να 'τανε φονιάς. Έχει ολάνοικτο το στόμα π' ώρες πρώτα είχε γευθή
τ' Aγιον Αίμα, τ' Aγιον Σώμα λες πως θε να ξαναβγή
η κατάρα που είχε αφήσει λίγο πριν να αδικηθή
εις οποίον δεν πολεμήση και ημπορεί να πολεμή. ... ».
[στροφές 134-139]

Η κλειστή Πύλη του Αγίου Γρηγορίου στό Πατριαρχείο.



Δράση

Παρά το σύντομο διάστημα της πατριαρχίας του (συνολικά 6 χρόνια), τις περιπέτειές του και τους δύσκολους καιρούς, ο Γρηγόριος ανέπτυξε σημαντική δράση. Ήδη στη Σμύρνη αφοσιώθηκε στο κήρυγμα και σε κοινωνική δράση, ευεργετική για το ποίμνιό του και ενίσχυσε σημαντικά την παιδεία. Την αγάπη του για την παιδεία και το φωτισμό του Γένους μαρτυρούν έκδηλα οι σωζόμενες Εγκύκλιοί του. Παράλληλα έδινε διέξοδο στα θεολογικά ενδιαφέροντά του προσανατολίζοντάς τα στο διαφωτισμό του ποιμνίου του, τοποθετώντας όμως το διαφωτιστικό του έργο στα πλαίσια της ελληνορθόδοξης-ρωμαίικης παράδοσης, όπως αυτά καθορίστηκαν από τους αγίους Πατέρες. Προσπαθεί έτσι να εκλαϊκεύση την πατερική γνώση για να στηρίξη την πίστη. Γι᾽ αυτό μεταφράζει και εκδίδει τους «Περί Ιερωσύνης» λόγους του Ιερού Χρυσοστόμου. Στην Πόλη αργότερα θα εκδώσει στο πατριαρχικό τυπογραφείο τα «Ηθικά» του Μ. Βασιλείου, εξήγηση των ομιλιών του στην «Εξαήμερο» και «Κυριακοδρόμιο» σε απλή γλώσσα. Το ενδιαφέρον του για την παιδεία μένει αδιάπτωτο, εκφραζόμενο με πλήθος ευεργετικών ενεργειών. Θελει όμως διαφωτισμό ρωμαίικο, ελληνότροπο και γι᾽ αυτό δεν κρύβει την επιφυλακτικότητά του απέναντι στο δυτικό διαφωτισμό και τον προοδευτισμό της εποχής, όχι για λόγους τυφλής συντηρητικότητας, αλλά κυρίως από την επιθυμία να διασώση τη ρωμαίικη παράδοση, στην οποία ολόκληρος ανήκε και την οποία έβλεπε να απειλείται από ιδεολογικά ρεύματα κατευθυνόμενα από τη Γαλλική Επανάσταση και τον αντιχριστιανισμό της. Στην Πόλη μερίμνησε για τη στέγαση του Πατριαρχείου, διαρρύθμισε τον πατριαρχικό Ναό, εργάστηκε για την ανόρθωση του ηθικού βίου. Κατά τις τρεις πατριαρχίες του εκδίδει πλήθος τόμων, σιγιλλίων, εγκυκλίων, επιστολών που αποβλέπουν στην ευστάθεια της Εκκλησίας. Υποδειγματική θα είναι η σταθερή προσήλωσή του στους ιερούς κανόνες και την εκκλησιαστική παράδοση. Οργανώνει τη λειτουργία της Συνόδου του Πατριαρχείου, μεριμνά για την παιδεία και το ήθος των εισερχομένων στον κλήρο, όντας ο ίδιος υψηλό πρότυπο ασκητικού βίου, σε βαθμό που να προκαλεί γι' αυτό αντιδράσεις. Επιδεικνύει παράλληλα θαυμαστή σύνεση και αξιοπρέπεια απέναντι στους κρατούντες. Η νομιμοφροσύνη του - τόσο σκανδαλιστική για τους επικριτές του - δεν μπορεί να κατανοηθεί και ερμηνευθεί ανεξάρτητα από τη διάθεσή του να μην προκαλεί επεμβάσεις της εξουσίας στα εσωτερικά της Εθναρχίας. Αλλά και τα οικονομικά προβλήματα του Θρόνου τράβηξαν την προσοχή του. Έλυσε με επιτυχία το χρονίζον ζήτημα των Κολλυβάδων, ρύθμισε τη λειτουργία των ναών, ενδιαφέρθηκε για τα ληξιαρχικά βιβλία και το Κιβώτιο του Ελέους, έλαβε εύστοχες αποφάσεις για τις προικοδοσίες και τους αρραβώνες, για τους γάμους και τα διαζύγια, την αναδιοργάνωση των μοναστηριών κ.λ.π. Έργο τεράστιο, θαυμαστό για μια φύση ασκητική, όπως ο Γρηγόριος.



Στάση στο Εθνικό Ζήτημα
Ο Γρηγόριος ανέβηκε στον Πατριαρχικό θρόνο σε μια κρίσιμη και πολυτάραχη εποχή που γεννήθηκε από την κοσμογονία της Γαλλικής Επανάστασης και τους ναπολεόντειους πολέμους. Η Ιερά Συμμαχία διαμορφώνει την αντίπερα όχθη και ο ευρωπαϊκός χώρος συγκλονίζεται αδιάκοπα από τις σφοδρές συγκρούσεις και την πολυδαίδαλη δράση της διπλωματίας. Η οθωμανική πολιτική αναπροσανατολίζεται με γρήγορο ρυθμό, όπως και η ρωσσική και τα συμμαχικά μέτωπα αλλάζουν συνεχώς όψη. Παράλληλα εξαπλώνονται στην Ανατολή οι επαναστατικές (όχι μόνο πολιτικά) ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης και ο ριζοσπαστικός αγγλογαλλικός διαφωτισμός, ο οποίος με την εκρηκτικότητά του γίνεται για τους Ανατολικούς σύμβολο της ασέβειας και της αθεΐας. Οι καιροί όμως αλλάζουν και για τους ίδιους τους υπόδουλους Ρωμιούς. Σημειώνεται μεγάλη πρόοδος στο εμπόριο και στην παιδεία. Ιδιαίτερα αναπτύσσονται οι κοινότητες του εξωτερικού, αλλά και εσωτερικά οργανώνεται η αυτοδιοίκηση και η ζωή των κοινοτήτων. Αντίθετα τα εσωτερικά της Μεγάλης Εκκλησίας παρουσιάζουν πολλά προβλήματα. Χαλάρωση και αρρυθμία, αλλαξοπατριαρχίες, δράση των ιεραποστόλων και της ξένης προπαγάνδας, δημιουργούν όλα ένα κλίμα αντίξοο και απρόσφορο για ομαλή δημιουργική πορεία. Σ᾽ αυτό το κλίμα όμως κλήθηκε να κινηθεί και να δράσει ο Γρηγόριος. Η κριτική που αναπτύχθηκε γύρω από τη δράση του είναι τελείως αντιφατική. Κινείται μεταξύ απόλυτης εξιδανίκευσης και απόλυτης απόρριψης, γιατί και στην περίπτωση του Γρηγορίου δεν αποφεύχθηκε η ιδεολογική ερμηνεία και χρήση της Ιστορίας. Αξιοσημείωτο είναι ότι η κριτική δεν περιορίστηκε στο χώρο της ιστορικής επιστήμης, αλλά επεκτάθηκε και στο χώρο της (ανεύθυνης) μυθιστοριογραφίας - λογοτεχνίας, η οποία τροφοδοτεί το λαϊκό αίσθημα και δημιουργεί παραπλανητικές εντυπώσεις. Για τον ιστορικό όμως υπάρχει η πραγματικότητα, που προσφέρεται για ανοικοδόμηση αντικειμενικής κρίσης με την προϋπόθεση βέβαια της αποδέσμευσης από τις οποιεσδήποτε θεολογικές δεσμεύσεις. Ακόμη απαιτείται μετάθεση δική μας στην εποχή του Γρηγορίου και εσωτερική συμμετοχή στη μαρτυρική πορεία του, γιατί στους οποιουσδήποτε αναχρονισμούς δεν βρίσκεται η λύση.

Η ΟΙΚΙΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ Ε'
ΣΤΗΝ ΔΗΜΗΤΣΑΝΑ


Πηγές:
-π. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός, Καθηγητής Παν/μιου
-Χρήστος Δ.Τσολακίδης «Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας»