Άγιος Αντώνιος ο Σπηλαιώτης

Λαμπρό παράδειγμα άσκησης και προσευχής, ο Όσιος Αντώνιος είναι ο θεμελιωτής και ιδρυτής (1051) της Σπηλαιωτικής Λαύρας του Κιέβου. Μετέφερε πρώτος τον αυθεντικό μοναχισμό και την ευλογία του Αγίου Όρους στην γενέτειρά του.

Γεννήθηκε το 983 στην πόλη Λιούμπετς βόρεια του Κιέβου, η οποία έλαβε την ονομασία της από την λέξη “αγάπη”. Από παιδί έλαβε και ανέπτυξε την θεϊκή αγάπη στην καρδιά του.

Ο νεαρός Αντίπας, όπως λεγόταν ο Όσιος πριν γίνει μοναχός, ένιωσε νωρίς τον πόθο της ησυχίας και θέλησε να αφιερωθεί στον Θεό. Έτσι, ξεκίνησε να επισκεφτεί τα Αγιάσματα του Ανατολικού Χριστιανισμού με σκοπό να αποκτήσει προσωπική εμπειρία του μοναχικού βίου.

Η Μητρόπολη του Κιέβου που ιδρύθηκε (988) με την πνευματική υποστήριξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου ως μέλος της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης, ήταν ακόμα πολύ νέα για να έχει αναπτύξει μία καλά οργανωμένη εκκλησιαστική ζωή.

Τα δε μοναστήρια που ίδρυσαν διάφοροι αξιωματούχοι στους τόπους των δεκάδων ανατολικών σλαβικών φύλων έμοιαζαν περισσότερο με φυλακές και στρατώνες, παρά με κοινότητες αγαθών έργων.

Κύριοι σταθμοί στο οδοιπορικό του λαϊκού χριστιανού Αντίπα ήταν η Κωνσταντινούπολη και η μοναστική πολιτεία του Αγίου Όρους. Στον Άθωνα έφτασε στις αρχές του 11ου αιώνα και περιηγήθηκε στα μεγάλα κοινόβια Μοναστήρια. Εκεί θαύμασε από κοντά τον δοξολογικό τρόπο που ζούσαν οι μοναχοί, που λέγεται αγγελική πολιτεία.

Κατά την παράδοση ο Κιεβινός προσκυνητής θα ζητήσει να γίνει μοναχός από τον Ηγούμενο της Μονής Εσφιγμένου Θεόκτιστο. Ο τελευταίος, αφού τον ευλόγησε και του επέβαλλε την ορισμένη για τους υποψήφιους μοναχούς δοκιμασία, καλωσόρισε τον δούλο του Θεού Αντώνιο στην αδελφότητα.

Ο Αντώνιος συνέχισε την μαθητεία στην μοναχική ζωή του κοινοβίου με θέρμη και υπακοή στον Γέροντά του, μιμούμενος το παράδειγμα των υπόλοιπων αδελφών της Μονής. Διακρίθηκε ακόμα στην αρετή της ταπείνωσης και της εγκράτειας.

Μετά από λίγα χρόνια, όταν ο Ηγούμενος θεώρησε ότι ο Αντώνιος ήταν πνευματικά έτοιμος, τον ευλόγησε να μεταβεί στο κοντινό λόφο της Σαμάρειας, ώστε να ασκηθεί ησυχαστικά ως αναχωρητής. 

Είχε ωριμάσει όμως η στιγμή, όπου ο Αντώνιος θα εκπλήρωνε τον προορισμό του, γινόμενος όχημα και δοχείο της Θείας Χάρης για τους ανθρώπους του γένους του. Ο Ηγούμενος πληροφορήθηκε από τον Θεό με τρόπο μυστηριακό για τον προορισμό του Αντωνίου και τον κάλεσε κοντά του.

Του φανέρωσε το όραμά του και του είπε: «Αντώνιε, θέλημα Θεού είναι στην πατρίδα σου να μεταφέρεις την ευλογία του Αγίου Όρους Άθωνα. Με τους κόπους και το παράδειγμά σου πολλούς θα ελκύσεις κοντά σου και καρπούς εκαντονταπλάσιους θα φέρει η προσευχή σου. Να πορεύεσαι ειρηνικά».

Έτσι λοιπόν επέστρεψε ο Όσιος στο Κίεβο και αναζήτησε τόπο κατάλληλο προσευχής. Σε καμία όμως από τις υπάρχουσες Μονές της πατρίδας του δεν βρήκε την ειρήνη. Τότε έψαξε για τόπο απόμερο, όπου θα μπορούσε να ασκηθεί αδιάσπαστα.

H μοναχική του πορεία στις ερημιές της πατρίδας οδήγησε τον Αντώνιο σε μία μικρή υπόγεια σπηλιά στον λόφο Μπερέστοβε, κοντά στις όχθες του ποταμού Δνείπερου. Αυτή η μικρή, δίχωρη σπηλιά ήταν παλαιότερο ασκητήριο του ιερέα Ιλαρίωνα. Το έτος 1051 αποτελεί ορόσημο για την τοπική εκκλησιαστική και μοναχική ζωή του Κιέβου: ο γηγενής Άγιος Ιλαρίωνας τοποθετείται Μητροπολίτης Κιέβου και ο γηγενής Όσιος Αντώνιος εγκαινιάζει τον αυθεντικό μοναχισμό στις ερημωμένες σπηλιές του Κιέβου.

Οι μέρες του περνούσαν με αδιάλειπτη προσευχή και νηστεία. Τρεφόταν με μόνο λίγο ξερό ψωμί και πικρά χόρτα, έπινε ελάχιστο νερό, και αυτό κάθε δεύτερη, ή και τρίτη μέρα. Κάποιες φορές περνούσε ολόκληρη εβδομάδα χωρίς νερό και τροφή, μόνο με γονυκλισίες, εδαφιαίες μετάνοιες και θερμή προσευχή. 

Η αρχική Σπηλαιωτική αδελφότητα οργανώθηκε με τρόπο αναχωρητικό από τους λιγοστούς ανθρώπους που αναζητούσαν την ουσιαστική αφιέρωση στον Θεό, όπως και ο Αντώνιος. Ο κάθε αδελφός ασκούταν σε ησυχία σε κάποιο κοντινό τόπο με την ευχή του Οσίου Αντωνίου. Οι κοινές ακολουθίες γινόταν κατά βάση τις Κυριακές.

Σημαντικό στήριγμα των δόκιμων μοναχών, εκτός από τις συμβουλές και τις ευχές του Οσίου Αντωνίου, υπήρξε και ο ιερέας Νίκωνας. Ο τελευταίος τελούσε την δοσμένη ακολουθία σε μοναχό, σε όσους πετύχαιναν το στάδιο της δοκιμασίας. Μεταξύ των πρώτων που από δόκιμος έγινε μοναχός, ήταν και ο μαθητής του Οσίου Αντωνίου και μετέπειτα Σπηλαιώτης Ηγούμενος, ο Όσιος Θεοδόσιος. 

Πολλοί άνθρωποι άρχισαν να έρχονται για να λάβουν του Οσίου την ευλογία, άλλοι για να τον συμβουλευτούν και άλλοι απλά για τον δουν από κοντά και να ωφεληθούν από το παράδειγμά του. Η επικοινωνία του Οσίου με τους Ηγεμόνες και τους αξιωματούχους δεν ήταν ανέφελη, μολονότι οι περισσότεροι εκτιμούσαν τον Όσιο.

Έτσι, στον Βίο του διαβάζουμε μαρτυρίες για τις μεγάλες δωρεές Ηγεμόνων προς την Μονή των Σπηλαίων σε γη και υλικά αγαθά, αλλά και τουλάχιστον δύο βίαιες διώξεις του Οσίου και της αδελφότητας από τα όρια της Μεγάλης Κιεβινής Ηγεμονίας. Πάντα όμως στο τέλος η θεία Χάρη και η πραότητά του, νικούσε την σκληροκαρδία. 

Όταν οι μοναχοί έγιναν δώδεκα ο Όσιος έσκαψε με τα ίδια του τα χέρια και δημιούργησε εντός του σπηλαίου του μεγαλύτερο χώρο για την αδελφότητα. Με τον καιρό, ένας μικρός χώρος κοινής προσευχής και λίγα κελιά εξυπηρετούσαν τη νέα, κοινοβιακή οργάνωση της Μονής. Βλέποντας τους κόπους του να φέρνουν πολλαπλάσιους καρπούς, ο Αντώνιος όρισε νέο Ηγούμενο και απομακρύνθηκε σιωπηλά σε άλλο, πιο μακρινό σπήλαιο. Η ησυχία ήταν ο μεγαλύτερος πόθος του.
Ποτέ όμως δεν άφησε τα πνευματικά του παιδιά χωρίς καθοδήγηση και συμβουλές: «… να γνωρίζετε, παιδιά μου, ότι ο Θεός σας συγκέντρωσε εδώ σε αυτόν τον τόπο τον άγιο και έχετε την ευλογία του Αγίου Όρους Άθωνα… να πολιτεύεστε ενάρετα, όπως σας δίδαξα». 

Σε μία περίπου δεκαετία από την ίδρυση της Μονής, ο Όσιος Αντώνιος θα ευλογήσει τον μαθητή του, Θεοδόσιο, να γίνει Ηγούμενος. Στη διάρκεια της ηγουμενίας του Θεοδοσίου η αδελφότητα ξεπέρασε τους εκατό μοναχούς και γέμισε ασφυκτικά η μεγάλη εκκλησία που είχε κτιστεί πάνω στη γη, λίγα χρόνια νωρίτερα. Ήταν πλέον ανάγκη να κτιστεί ένας μεγάλος πέτρινος ναός.

Η αφιέρωση του ναού στην Κοίμηση της Θεοτόκου έγινε όχι τυχαία. Η Μονή των Σπηλαίων φέρει μέσω του ιδρυτή της την ευλογία του Αγίου Όρους, τόπου αφιερωμένου στην Παναγία. Ακόμα, παλαιά γραπτή παράδοση σημειώνει ότι τα Σπήλαια βρίσκονται υπό την Σκέπη και την προστασία της Υπεραγίας Θεοτόκου. Αυτό εξηγεί και το γεγονός της ιδιαίτερης σύνδεσης της Μονής με την Παναγία των Βλαχερνών (Κωνσταντινούπολη), ναό στον οποίο φυλασσόταν το τίμιο ένδυμά Της.

Αν ο Αντώνιος με τον ασκητικό και ησυχαστικό του βίο φέρνει στο μυαλό τον συνονόματό του, Μέγα Καθηγητή της Ερήμου (της Αιγύπτου), τότε ο μαθητής του, Θεοδόσιος, θυμίζει τον δικό του συνονόματο, Μέγα Κοινοβιάρχη (της Παλαιστίνης). Και αυτό, όχι μόνο χάρη στην θεμελίωση του μεγάλου ναού, αλλά και χάρη στην μετάφραση και εισαγωγή του Τυπικού από την Μονή Στουδίου (Κωνσταντινούπολη) – του κωδικοποιημένου οδοδείκτη του κοινοβιακού μοναχισμού. 

Ο Αντώνιος θα κοιμηθεί ειρηνικά (1073) λίγες μέρες μετά τη θεμελίωση του μεγάλου, πέτρινου ναού. Έχοντας λάβει άνωθεν την πληροφορία ότι πλησιάζει ο καιρός της αποδημίας του, κάλεσε την αδελφότητα για τον τελευταίο ασπασμό. Για αιώνες το ιερό λείψανο του Οσίου έμεινε κρυφό στους ανθρώπους, σύμφωνα με την επιθυμία του Αντωνίου. Σήμερα φυλάσσεται σε μία από τις σπηλιές που ασκήτεψε.

Ο Αντώνιος ήταν κοσμημένος από τον Θεό με πολλά χαρίσματα, τα οποία καλλιεργούσε σε όλη την ζωή του. Αφορμή για μία από τις εκδιώξεις του από τους αξιωματούχους ήταν η προόραση μίας μεγάλης ήττας του Κιέβου και των γειτονικών σλαβικών Ηγεμονιών.

Άλλο στολίδι του Αντωνίου ήταν το ιαματικό. Είναι άμισθος γιατρός σωμάτων και ψυχών. Υπήρξε για αρκετό καιρό ο προσωπικός φροντιστής του ασθενούς Ισαάκιου του Σπηλαιώτη, συμβάλλοντας με τον κόπο του στο θαύμα της γιατρειάς. Για να κρύψει αυτό το χάρισμα, ή, καλύτερα, για να τονιστεί η δύναμη της προσευχής και η φιλευσπλαχνία του Θεού, έδινε στους αρρώστους να φάνε από τα πικρόχορτα που ο ίδιος έτρωγε, λέγοντας πως είναι φάρμακα της φύσης. Και αυτά γίνονταν γλυκά.

Τα πνευματικά παιδιά του Αντωνίου, ως άξιοι συνεχιστές, ίδρυσαν νέες Μονές και ανέλαβαν την υψηλή πνευματική και διοικητική ευθύνη του Επισκόπου. Στους δύο πρώτους αιώνες ύπαρξής της, η Μονή των Σπηλαίων κόσμησε τη Μητρόπολη Κιέβου με είκοσι Επισκόπους.

Αλλά και το ίδιο το Μοναστήρι των Σπηλαίων έλαβε τον τίτλο της Λαύρας στα μέσα του επόμενου (12ου) αιώνα, το οποίο πιστοποιεί την μεγάλη ιστορική και πνευματική του αξία για τον λαό και την τοπική Μητρόπολη του Κιέβου, υπενθυμίζοντας παράλληλα τον ημι-αναχωρητικό χαρακτήρα της πρώτης αδελφότητας (η λέξη «λαύρα» σχετίζεται εννοιολογικά με το ρήμα «λαξεύω», διαμορφώνω τμήμα πέτρινου όγκου με κάποιον χρηστικό σκοπό).  

Ένα ακόμα πολύ σημαντικό γεγονός που βεβαιώνει ιστορικά την πνευματική σχέση της Λαύρας των Σπηλαίων με το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι η παροχή της εκκλησιαστικής κατάστασης του Σταυροπήγιου τον 16ο αιώνα. Αυτή η κατάσταση διασφαλίζει στην Λαύρα πλήρη αυτονομία από την διοικητική μέριμνα της τοπικής εκκλησίας. Αυτό ήταν σχεδόν αναγκαίο εκείνη την περίοδο, αφού, όπως φάνηκε, στήριξε την αυτονομία της Λαύρας μέσα στις μεγάλες πολιτικές και εκκλησιαστικές αλλαγές στην ευρύτερη περιοχή της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης. 

Χαίροις, εγκρατείας, ταπεινώσεως, υπακοής, και ησυχίας καθρέπτης!


Πηγές: 
• Πατερικό των Σπηλαίων, Κίεβο 1661 (πρώτη έντυπη παλαιοσλαβική έκδοση).
• Νεοελληνική μετάφραση της ως άνω έκδοσης (1694).
• Πατερικό των Σπηλαίων, Κίεβο 1902 (έντυπη παλαιοσλαβική έκδοση).
• Αθωνιάς (Ιστορία του Αγίου Όρους), χειρόγραφες εκδόσεις 1848 – 1865.
• Τα Θαύματα των Σπηλαίων της Λαύρας, Κίεβο 2011 (β’ έκδοση του Εθνικού Ιστορικού και Πολιτιστικού Κιεβοσπηλαιωτικού Προστατευόμενου Μνημείου στην ουκρανική γλώσσα).







Το σπήλαιο του Οσίου Αντωνίου στη Μονή Εσφιγμένου













Κεντρικός Ναός Λαύρας του Κιέβου



Τα σπήλαια με τα άφθαρτα λείψανα των Αγίων στην Λαύρα του Κίεβου