Βουλή των Ελλήνων - Απάντηση σε αναφορά (4-3-2003)


«Ιερά Μονή Εσφιγμένου του Αγίου Όρους»
Βουλή των Ελλήνων
4 Μαρτίου 2003

ΘΕΜΑ:
«Απάντηση στην υπ' αριθμ. 2712 από 18.2.03 Αναφορά του Βουλευτή κ. Π. Κρητικού»

Σε απάντηση της παραπάνω Αναφοράς σας γνωρίζουμε τα εξής:
Η Ιερά Μονή Εσφιγμένου είναι μία από τις είκοσι κυρίαρχες Μονές του Αγίου Όρους, αποτελεί Ν.Π.Δ.Δ. και απολαμβάνει προνομίων και πλεονεκτημάτων που απορρέουν από το ειδικό καθεστώς της λεγόμενης «Αθωνικής Πολιτείας».

Το 1971, οι διαβιούντες στην παραπάνω Ιερά Μονή, επειδή διαφώνησαν με ορισμένες ενέργειες του Οικουμενικού Πατριαρχείου και συγκεκριμένα με τα «ανοίγματα» διαλόγου με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, απεσχίσθησαν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, τις υπόλοιπες δέκα εννέα (19) Ιερές Μονές του Άθω και γενικότερα από ολόκληρη την Ορθόδοξη Εκκλησία.

Έκτοτε, επί τριάντα και πλέον χρόνια, το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η Ιερά Κοινότητα, με συνεχείς συμβουλές, παραινέσεις, συστάσεις, υποδείξεις γραπτές και προφορικές, προσπαθούν να οδηγήσουν τους οικιστές της Ιεράς Μονής στην επιστροφή και την ενσωμάτωση στο σώμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αλλά αυτοί αρνούνται να συμμορφωθούν, παραβιάζοντας την Εκκλησιαστική τάξη, το Σύνταγμα, τον Καταστατικό Χάρτη και τους νόμους του Κράτους.

Το Υπουργείο Εξωτερικών, μέσω και της Διοίκησης του Αγίου Όρους (ΔΑΟ), με μεγάλη προσοχή και διακριτικότητα, συνεπικουρεί μέχρι σήμερα στις προσπάθειες διευθέτησης του μεγάλης σημασίας ζητήματος και λόγω των θεσμικών υποχρεώσεών του, αλλά και για την διατήρηση της παγκόσμιας μοναδικότητας του Αγίου Όρους ως Μοναστικού Κέντρου που ζει και υπάρχει για δώδεκα αιώνες και που στηρίζεται, μεταξύ των άλλων, στην αρχή της εκκλησιαστικής και διοικητικής ενότητας καθώς και της κοινωνίας των Ιερών Μονών του.

Ενώ, λοιπόν, για τριάντα ολόκληρα χρόνια γίνονται συνεχείς προσπάθειες οι οποίες δεν ευδοκιμούν - και οι κατέχοντες την Ιερά Μονή Εσφιγμένου παρουσιάζουν συμπεριφορά ανθρώπων που αρνούνται την εκτέλεση των νομίμων υποχρεώσεών τους έναντι της επίσημης Ορθόδοξης Εκκλησίας, του Κράτους και της Αγιορείτικης Πολιτείας, απαιτούν όμως όλα τα δικαιώματά τους - οι Αγιορειτικές Αρχές αναγκάζονται να στραφούν στην νομική κατοχύρωσή τους και να προβούν σε προσεκτικές ενέργειες για την ομαλή επίλυση του προβλήματος, δεσμευόμενες - με παρουσία Εκπροσώπων του Οικουμενικού Πατριαρχείου - τόσο στο Υπουργείο Εξωτερικών, όσο και στα Κόμματα, στην αποφυγή βίαιας επιβολής του Νόμου.

Δρομολογούνται οι απαραίτητες νομικές διαδικασίες που προβλέπει το Σύνταγμα και ο Καταστατικός Χάρτης Αγίου Όρους (ΚΧΑΟ), και οι παραπάνω καλούνται ο καθένας ξεχωριστά σε ακρόαση από την Ιερά Κοινότητα, ώστε να υπάρχει ουσιαστική και πλήρης δυνατότητα πληροφόρησης του περιεχομένου των αιτιάσεων σε βάρος τους και να μπορέσουν ελεύθερα και αβίαστα να εκφρασθούν. Εκείνοι αδικαιολόγητα δεν προσέρχονται, κλείνουν τις πύλες της Ιεράς Μονής και οργανώνουν μεθόδους περίεργης πληροφόρησης, για να μην χρησιμοποιηθεί ο όρος «παραπληροφόρηση». Το Οικουμενικό Πατριαρχείο με Συνοδική Απόφαση του κηρύσσει επισήμως σχισματικούς, και η Ιερά Κοινότητα τους ονομάζει «απαγορευμένη ιδιαιτέρα αδελφότητα» και εκδίδει πράξη απελάσεως. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι, το Σύνταγμα της Ελλάδος και ο ΚΧΑΟ απαγορεύουν την εγκαταβίωση στο Άγιο Όρος σχισματικών (άρθρα 105 Συντάγματος και 5 ΚΧΑΟ).

Μετά απ' αυτά η ΔΑΟ, ως ασκούσα την διοικητική εποπτεία του Κράτους στην ακριβή τήρηση των αγιορειτικών καθεστώτων (άρθρο 105 Συντάγματος, Ν.Δ. 10/16.9.26 περί κυρώσεως του ΚΧΑΟ κλπ), ήταν υποχρεωμένη στην έκδοση πράξης (αποφάσεις του ΣτΕ 1904/1980, 6/1996, 7/1996 θεωρούν ότι οι πράξεις αυτές δεν είναι εκτελεστές διοικητικές πράξεις αλλά εκτελεστικές της Ιεράς Κοινότητας), με την οποία ζήτησε την αποχώρησή τους από τον Ιερό Τόπο.

Ενώ θα περίμενε κανείς, πριν και μετά την απόφασή τους να προσφύγουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας και αξιολογώντας την στάση της ΔΑΟ - η οποία σύμφωνα με τις οδηγίες του Υπουργείου Εξωτερικών, όχι μόνο δεν είχε καμία πρόθεση για άσκηση βίας, αλλά αντίθετα διατηρούσε και διατηρεί διαύλους επικοινωνίας - να εκμεταλλευθούν τις περιστάσεις και να αντιμετωπίσουν το θέμα με προοπτική, δυστυχώς επέλεξαν μεθόδους ξένες στο μοναχικό φρόνημα, παρουσιαζόμενοι στο εσωτερικό και το εξωτερικό ως δήθεν διωκόμενοι για την πίστη και τα θρησκευτικά τους φρονήματα και επικαλούμενοι ανθρώπινα δικαιώματα.

Περιφερόμενοι τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς, ανοίγοντας ιστοσελίδες στο διαδίκτυο, διοργανώνοντας συλλαλητήρια, συνεντεύξεις τύπου, ομιλούν για διωγμούς, στερήσεις τροφής και φαρμάκων κλπ. Τίποτα απ' αυτά δεν είναι αληθές.

Ειδικότερα:
α) ακύρωση της πράξης της ΔΑΟ δεν μπορεί να γίνει, εφόσον παραμένει η πράξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η οποία είναι πνευματικού περιεχομένου, ανάγεται σε άλλη δικαιοταξία και μάλιστα Εκκλησιαστικού Οργανισμού,
β) πράγματι η αρμοδιότητα της Δημόσιας Τάξης και Ασφάλειας ανήκει στο Ελληνικό Κράτος και στην δικαιοδοσία της ΔΑΟ για την περιοχή του Άθω,
γ) δεν είναι δυνατόν να ασκηθεί πίεση στο Οικουμενικό Πατριαρχείο για την άρση της πράξης, εφόσον, όπως αναφέρθηκε, είναι πνευματικού περιεχομένου και σύμφωνα με το Σύνταγμα η ανωτάτη πνευματική εποπτεία στη χερσόνησο του Άθω ασκείται από αυτό.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι, οι Εσφιγμενίτες δεν διώκονται για λόγους πίστης. Οι πεποιθήσεις του οποιουδήποτε είναι σεβαστές. Στην προκειμένη περίπτωση όμως εκτός Αγίου Όρους.

Η εκκλησιαστική και κοσμική ευταξία τους δίνει δύο επιλογές: να ενσωματωθούν στην Ορθόδοξη Εκκλησία με την οποία «τελεί εν κοινωνία» το Άγιο Όρος και οι Ιερές Μονές ή να αποχωρήσουν ειρηνικά διατηρώντας τα πιστεύω τους. Στοιχειώδης αυτοσεβασμός και συνέπεια επιβάλλει σε εκείνον ο οποίος δεν δέχεται τους νόμους που διέπουν ορισμένο τόπο να απέρχεται με τη θέλησή του απ' αυτόν. Το να επιμένει σε παραμονή αντίθετη προς το Σύνταγμα και τους νόμους, αυτό είναι που ισοδυναμεί με άσκηση βίας και δεν είναι ανεκτό από καμία ευνομούμενη δημοκρατική Πολιτεία.

Είναι γνωστό ότι οι κατέχοντες την Ιερά Μονή Εσφιγμένου προσέφυγαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας ζητώντας την ακύρωση των Πράξεων του Οικουμενικού Πατριαρχείου, της Ιεράς Κοινότητας και της ΔΑΟ, ενώ συγχρόνως έχουν υποβάλλει αιτήσεις αναστολής, οι οποίες αναμένονται να εκδικαστούν εντός των ημερών. Συνεπώς, αναμένοντας τις αποφάσεις και έχοντας, πάντοτε, την δέσμευση στην αποφυγή άσκησης βίας, το Υπουργείο Εξωτερικών και η ΔΑΟ θα εξαντλήσουν κάθε δυνατή προσπάθεια για την εξεύρεση ειρηνικής επίλυσης.

Γιώργος Α. Παπανδρέου