28.3.17

Εξομολόγηση: Μετάβαση από την πτώση στην Ανάσταση

Ομιλία γέροντος Βαρθολομαίου, ηγουμένου Μονής Εσφγιμένου Αγίου Όρους, με θέμα «Εξομολόγηση: Μετάβαση από την πτώση στην Ανάσταση», στην Ημιημερίδα της Μητρόπολης Αρκαλοχωρίου, την Τρίτη 28 Μαρτίου 2017

Ο Πανάγαθος Θεός, αφού τελείωσε την δημιουργία του κόσμου, άφησε για το τέλος το τελειότερο δημιούργημά Του, τον άνθρωπο. Η αγάπη Του γι’ αυτόν ήταν τόσο μεγάλη, που τον κατέστησε άρχοντα και κυρίαρχο της δημιουργίας με απόλυτη εξουσία να διαχειρίζεται τα πάντα, τόσο την άψυχη, όσο και την έμψυχη φύση! Έναν μόνο περιορισμό του έβαλε ο Θεός: «από τον καρπό του δένδρου της γνώσεως του καλού και του κακού μη φάτε…» (Γεν. β´ 17)!

Η απαγόρευση αυτή του Θεού δεν είχε σκοπό απλώς να τους εμποδίσει από μία λανθασμένη ενέργεια, επειδή το δένδρο ήταν κακό, αλλά να δοκιμάσει την υπακοή και την αγάπη τους. Ο Θεός ήθελε να δώσει στον άνθρωπο την ευκαιρία να δείξει την καλή του διάθεση, ώστε να σταθεροποιηθεί σ’ αυτή, την παραδεισένια κατάσταση που ζούσε, χωρίς να του στερεί την ελευθερία της επιλογής.
Ο διάβολος, όμως, θέλοντας να πλανήσει τους πρωτοπλάστους και να παρακούσουν την εντολή του Θεού, καλλιέργησε πρώτα τον εγωισμό, ώστε, ρίχνοντάς τους στην αμαρτία, να μην μπορούν να ζητήσουν συγγνώμη. Έτσι τους παγίδευσε, τους αιχμαλώτισε στο δικό του θέλημα και πρόγραμμα, που ήταν η έξοδος από τον Παράδεισο, η διάβαση από την ελευθερία του Θεού στην αιχμαλωσία της αμαρτίας και του διαβόλου.


Αποτέλεσμα της παρακοής ήταν η έξωση από τον παράδεισο, όμως όχι προς θάνατο και καταδίκη, αλλά προς αγώνα για την επιστροφή. «Εκάθησεν Αδάμ απέναντι του παραδείσου και έκλαυσε πικρώς…» αναφέρει ένα τροπάριο του Τριωδίου. Έκλαυσε, γιατί στερήθηκε την αγάπη του Θεού, την αγάπη του Πατέρα και την καθημερινή επαφή μαζί Του, την θέα του προσώπου Του. Συνειδητοποίησε ο Αδάμ, με την παιδαγωγία της εξώσεως από τον Παράδεισο, τι έκανε και τι έχασε. Από τότε σκοπός του ανθρώπου και νόημα της ζωής του στον κόσμο είναι η προσπάθεια να επιστρέψει εκεί από όπου έφυγε με την κακή χρήση της ελευθερίας, να πραγματοποιήσει την διάβαση προς τον Παράδεισο, προς την ανεμπόδιστη επικοινωνία με το Θεό-Πατέρα. Αυτή η στέρηση που βιώνει τώρα κάνει πιο δύσκολο τον αγώνα, αλλά δημιουργεί ένα ισχυρό κίνητρο, για να ξεκινήσει η προσπάθεια με αμείωτη ένταση και ενθουσιασμό.
Είναι πολύ σημαντικό να θυμόμαστε ότι δεν είμαστε μόνοι μας στον αγώνα. Το πιεστικό αίσθημα της μοναξιάς οφείλεται στον πειρασμό, ο οποίος, όταν βλέπει ότι κάτι καλό γίνεται, όταν ξεκινά μια προσπάθεια με εφόδια την αγάπη και την υπομονή, είναι ο μόνος που δεν χαίρεται. Προσπαθεί με κάθε τρόπο και μέσο να μας αποτρέψει. Είναι φοβερός ο πόλεμος που ξεσηκώνει ο πειρασμός στον καθένα μας! Όποιον καταφέρει και τον βρει σε στιγμή αδυναμίας, τον κυριεύει και προσπαθεί να τον στρέψει εναντίον όλων.
Πώς καταφέρνει όμως και τον πείθει;
Φέρνοντάς τον σε απόγνωση, σε απελπισία, σε έλλειψη θάρρους, σε ολιγοπιστία, με αποκορύφωμα την μοναξιά!
Ο διάβολος, δουλεύοντας συστηματικά και με δόλο, έχοντας ως βασικό όπλο την υπομονή, δεν βιάζεται· προσπαθεί συνεχώς και με κάθε τρόπο να κερδίσει τον άνθρωπο με το μέρος του. Θα του σπείρει στην αρχή αμφιβολίες για την ζωή του, το μέλλον, τον Θεό… οι οποίες θα τον γεμίσουν ταραχή!
Ταραγμένος πλέον ο άνθρωπος - θολώνουν μέσα του τα πάντα - δεν μπορεί να δει καθαρά, γεμίζει άγχος, ξεχνάει να προσευχηθεί κι έτσι χάνει το βασικό στήριγμά του, που είναι ο Θεός! Δεν μπορεί να δώσει λύση στο πρόβλημά του με την προσπάθεια που καταβάλλει, γιατί το άγχος τού στερεί την υπομονή· θέλοντας, πάντα, να λυθεί αμέσως κάθε πρόβλημά του - πράγμα αδύνατον βέβαια - έρχεται σε αδιέξοδο, απελπίζεται!
Η απελπισία θεωρείται ο προθάλαμος της καταθλίψεως. Η κατάθλιψη είναι η «φυλακή» της λογικής του ανθρώπου, η οποία, «φυλακισμένη» πλέον, τον οδηγεί σε έναν ξένο προς την φύση του ανθρώπου δρόμο, γεμάτο θλίψη, στενοχώρια, σκοτάδι… Έναν δρόμο χωρίς επιστροφή!
Απελπισμένος πλέον, δεν μπορεί να βοηθήσει τον εαυτό του, γιατί έχει εξουθενωθεί ήδη· αρχίζουν να συσσωρεύονται γύρω του προβλήματα, χωρίς να μπορεί να δώσει λύση. Μαζί με τα προβλήματα αυξάνει και το άγχος, η ταραχή και η στενοχώρια, τα οποία όλα μαζί του κλονίζουν την ψυχική και σωματική υγεία, «ρίχνοντάς τον» στην κατάθλιψη! Κατάφερε, δηλαδή, ο διάβολος, από την απροσεξία ή την αδιαφορία του ανθρώπου, να τον αλυσοδέσει, κάνοντάς τον «παιχνίδι» στα χέρια του, από κατά χάριν Θεό και κυρίαρχο της γης που τον έχει ορίσει ο Θεός!
Είδαμε σε τι κατάσταση έχει βρεθεί ο άνθρωπος· και γι’ αυτήν έχει αυτός ο ίδιος την απόλυτη ευθύνη! Χρησιμοποίησε την ελευθερία του για να δεσμευθεί ο ίδιος. Αυτή όμως είναι η κακώς νοουμένη ελευθερία, που δεν γνωρίζει από κανόνες, νόμους, από αγάπη! Στο όνομα αυτής της δήθεν «ελευθερίας» μπορούμε να καταργούμε και να ισοπεδώνουμε τα πάντα, καταπνίγοντας όμως πρώτα την συνείδησή μας, η οποία είναι η φωνή του Θεού μέσα μας και η οποία λειτουργεί σαν φρένο στην ζωή μας, ώστε χωρίς αυτήν, ανεξέλεγκτοι πλέον, να φτιάχνουμε έναν κόσμο στα μέτρα μας, όπως μας συμφέρει, για να ζήσουμε μέσα σ’ αυτόν.
Το ερώτημα όμως είναι: η ζωή αυτή είναι αληθινή, όπως ταιριάζει στον άνθρωπο, το κορυφαίο δημιούργημα του Θεού; Αντέχει άραγε ο άνθρωπος να ζει μέσα στο ψέμα;
Την απάντηση μόνο ο ίδιος ο άνθρωπος μπορεί να την δώσει μέσα από την ζωή του, αν έχει την διάθεση να βρει την δύναμη, ακόμη και πληγωμένος από τον μισόκαλο διάβολο, να αντισταθεί και να κατανοήσει την πτώση του, μέσω της μετανοίας.
Η μετάνοια, δηλαδή, η γνώση της αληθείας και η προσπάθεια επιστροφής, είναι η απάντηση του ανθρώπου σ’ αυτά τα ερωτήματα. Είναι το μυστήριο της αλλαγής στάσης στην ζωή του ανθρώπου, ξεκινώντας από την εσωτερική κάθαρση με το μυστήριο της εξομολόγησης. Με αυτήν ο άνθρωπος αποβάλλει μέσα από την καρδιά και την ψυχή του κάθε τι περιττό, το οποίο του προκαλεί βάρος και του επηρεάζει την συμπεριφορά, ώστε ελεύθερος και αναγεννημένος να ξεκινήσει την προσπάθεια της επιστροφής.
Για την μετάνοια έχουν γράψει πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας μας. Ενδεικτικά αναφέρουμε μια περικοπή από τον άγ. Ιωάννη της κλίμακος, που μιλάει για την μετάνοια:
«Η μετάνοια, δηλαδή η επιστροφή μας στον Θεό, είναι ανανέωση τού βαπτίσματός μας· είναι ανανέωση της συνθήκης μας με τον Θεό, της υπόσχεσής μας να αλλάξουμε τη ζωή μας. Είναι περίοδος κατά την οποία μπορούμε να αποκτήσουμε την ταπείνωση, η οποία είναι ειρήνη· ειρήνη με τον Θεό, ειρήνη με τον εαυτό μας, ειρήνη με όλο τον κτιστό κόσμο. Η μετάνοια γεννιέται από την ελπίδα, όταν δηλαδή απορρίψουμε την απόγνωση. Και εκείνος που μετανοεί, είναι κάποιος που αξίζει την καταδίκη -ωστόσο αναχωρεί από το δικαστήριο χωρίς ντροπή, επειδή η μετάνοια είναι η ειρήνη μας με τον Θεό. Κι αυτό επιτυγχάνεται μέσα από μία ζωή αντάξια, που αποξενώθηκε από τις αμαρτίες που διαπράτταμε στο παρελθόν. Μετάνοια είναι το καθάρισμα της συνειδήσεώς μας. Μετάνοια σημαίνει ολοκληρωτική απαλλαγή από τη λύπη και τον πόνο».
Όλα τα παραπάνω αποτελούν απάντηση στο σύνηθες ερώτημα: Γιατί αδυνατούμε να βρούμε λύση στα περισσότερα προβλήματα που παρουσιάζονται στην ζωή μας;
Η εσωτερική ταραχή που έχει κυριαρχήσει στην ζωή μας δεν μας δίνει την δυνατότητα να κάνουμε υπομονή. Χωρίς υπομονή μπορεί να λυθεί κάποιο πρόβλημα, μικρό ή μεγάλο; Αδύνατον!
Αυτή η εσωτερική ταραχή οφείλεται καθαρά στην έλλειψη εξομολογήσεως των ανθρώπων.
Υπάρχουν τρεις περιπτώσεις ανθρώπων:

  1. αυτοί που έχουν καθαρή εξομολόγηση, «εν μετανοία».

  2. αυτοί που εξομολογούνται με σκοπό μοναδικό να δικαιολογήσουν τον εαυτό τους, εννοείται χωρίς μετάνοια! Εξαπατούν όμως την συνείδησή τους, για να μην τους ενοχλεί, ότι δήθεν εξομολογούνται.

  3. αυτοί που δεν εξομολογούνται καθόλου, γιατί δεν το θεωρούν απαραίτητο και αναγκαίο για την ζωή τους.
Ας δούμε τώρα ποια είναι η επίδραση τής καθαρής εξομολογήσεως στην ζωή των ανθρώπων.
Όταν κουβαλάμε ένα βάρος με τα χέρια μας, κάποια στιγμή, φυσιολογικά, κουραζόμαστε σωματικά. Το αφήνουμε κάτω για να ξεκουραστούμε και να μπορέσουμε να συνεχίσουμε την πορεία μας.
Με τον ίδιο τρόπο, όταν κουβαλάμε ένα βάρος στην ψυχή μας, αν δεν απελευθερωθούμε απ’ αυτό, επέρχεται και συνεχώς αυξάνεται η ψυχική κούραση.
Μόνο η εξομολόγηση μάς απελευθερώνει από τα ψυχικά βάρη και μας ξεκουράζει. Όταν δεν απομακρύνουμε αυτά τα φορτία, τότε η ψυχή βαραίνει, ταράζεται, σταδιακά αυξάνει το βάρος και η ταραχή, με αποτέλεσμα την αλλοίωση της συμπεριφοράς του ανθρώπου. Η επίδραση λοιπόν, της εξομολογήσεως είναι η επαναφορά του ανθρώπου στην σωστή κατάσταση για την οποία έχει πλασθεί από τον Θεό.
Την στιγμή της εξομολογήσεως συντελείται πάλι η Δημιουργία. «Ποιήσωμεν άνθρωπον» ακούγεται πάλι από τον Θεό, μέσω του πνευματικού, καθώς έχει πλησιάσει ο άνθρωπος ταλαιπωρημένος, εξαντλημένος, σε απόγνωση, στην κυριολεξία «χώμα», μετά από κάθε πτώση του!
Συνεπώς, η μετάνοια είναι και η αναδημιουργία του ανθρώπου.
Χωρίς εξομολόγηση πώς μπορεί να διώξει ο άνθρωπος την εσωτερική ταραχή; Παραμένοντας με αυτήν την ταραχή, πώς μπορεί να βοηθήσει τον εαυτό του, τον συνάνθρωπό του, ακόμη περισσότερο τα ίδια του τα παιδιά; Όταν τα διάφορα βάρη που κουβαλάει μέσα του και του προκαλούν ταραχή, του θολώνουν το μυαλό και την σκέψη, τι είδους αποφάσεις μπορεί να πάρει; Κρίσιμα ερωτήματα που αφορούν την ζωή όλων, η απάντηση όμως πρέπει να δοθεί από τον καθένα προσωπικά!
Όλα τα προαναφερθέντα είναι προσπάθεια εντοπισμού και αναγνώρισης του προβλήματος, με σκοπό την διόρθωση και όχι την απόγνωση!
Ο Χριστός είναι η ελπίδα μας και οδηγός ζωής. Μακριά Του μόνο ταραχή και απόγνωση κυριαρχεί. Η εξομολόγηση είναι δώρο του Θεού στον άνθρωπο, προς εσωτερικό καθαρισμό της ψυχής.
Βασική προϋπόθεση για την σωστή και καθαρή εξομολόγηση τού ανθρώπου είναι ο κατάλληλος πνευματικός, ο οποίος θα τον «αγγίξει» κατευθείαν στην καρδιά του, εμπνέοντάς του εμπιστοσύνη, η οποία είναι το θεμέλιο σ’ αυτήν την πνευματική σχέση.
Η επιλογή του πνευματικού γίνεται ελεύθερα, γιατί σ’ αυτόν ο άνθρωπος εμπιστεύεται απόλυτα ό,τι πιο πολύτιμο έχει, την ψυχή του, για να την οδηγήσει εκείνος με ασφάλεια στην σωτηρία της, στον Χριστό.
Η εμπιστοσύνη σημαίνει ότι ο εξομολογούμενος θα υπακούσει σε ό,τι του πει ο πνευματικός, γιατί ξέρει ότι τον κατευθύνει στην σωτηρία του, και το βασικό... τον έχει επιλέξει ο ίδιος ελεύθερα! Υπακοή όμως σημαίνει όχι μόνο στα εύκολα, αλλά και στα δύσκολα, σε ό,τι δηλαδή του λέει ο πνευματικός, το οποίο είναι αντίθετο με τον λογισμό του.
Πώς ταιριάζει η εμπιστοσύνη στο θέλημα και την γνώμη του πνευματικού μόνο σε ό,τι δεν με «ζορίζει», ενώ αντιτάσσω την γνώμη μου όταν με «πονάει» αυτό που θα μου πει; Υπακοή κατ’ επιλογήν δεν υπάρχει!
Η υπακοή φανερώνει το μέγεθος της εμπιστοσύνης στον πνευματικό μου σε σύγκριση με τον εαυτό μου. Όταν λογοκρίνω την γνώμη του πνευματικού, επιλέγοντας το πότε θα κάνω υπακοή και πότε όχι, δείχνω ότι τελικά έχω περισσότερη εμπιστοσύνη στον εαυτό μου. Το ερώτημα όμως είναι... γιατί πηγαίνω σε πνευματικό, αφού εμπιστεύομαι τον εαυτό μου; Και, αφού εμπιστεύομαι τον εαυτό μου, γιατί δεν μπορώ μόνος μου να καταφέρω τίποτα;
Εύκολα ο άνθρωπος δεν κάνει υπακοή, γιατί είναι κυριευμένος από τον εγωισμό του. Μόνος του, όμως, χωρίς την βοήθεια του πνευματικού, δεν μπορεί να πολεμήσει κανένα πάθος του, γιατί ο εγωισμός δεν τον αφήνει να δει το λάθος, ότι ο κάθε άνθρωπος κρίνει και σκέφτεται και αποφασίζει μόνο για αυτά που βλέπει. Η ανθρώπινη αδυναμία και ο εγκλωβισμός του στο φθαρτό σώμα, τού περιορίζουν την όραση μέσα στο δικό του συγκεκριμένο οπτικό πεδίο, δημιουργώντας του την ψευδαίσθηση ότι αυτός είναι ο κόσμος και η αλήθεια είναι μόνο αυτή που βλέπει μπροστά του. Αυτά όμως που αδυνατεί να δει και να συλλάβει είναι περισσότερα. Η παρουσία του πνευματικού στην ζωή αυτό το νόημα έχει, να του φωτίζει τα σημεία που δεν βλέπει, ώστε να ξεφεύγει τις παγίδες που του έχει στήσει ο διάβολος.
Ο εγωισμός, λοιπόν, είναι η αιτία που ο άνθρωπος δυσκολεύεται να κάνει υπακοή σ’ αυτά που «πονούν». Ο πόνος που προκαλείται εκείνη την στιγμή είναι από την... «χειρουργική επέμβαση» που κάνει ο πνευματικός για να του ξεριζώσει τον εγωισμό. Η αντίδραση, όμως, στον λόγο του πνευματικού, σταματά την επέμβαση, αφήνοντας ανοικτό το τραύμα, εκτεθειμένο σε μολύνσεις. Ας μην κρυβόμαστε, επιτέλους, πίσω από τον εγωισμό μας. Αυτός θα μας προδώσει σε κάθε ευκαιρία!
Είναι επιτακτική η ανάγκη να τονιστεί σ’ αυτό το σημείο και με έντονο τρόπο, ώστε να φανεί η διαφορά και το λεπτό σημείο της υπακοής στον πνευματικό σε σχέση με το φαινόμενο του «Γεροντισμού» και της «Γεροντολαγνείας», που, δυστυχώς, υπάρχουν έντονα στην εποχή μας.
Πολλοί πατέρες προσπαθούν να εντοπίσουν και να αποκαλύψουν αυτό το φαινόμενο, για να προστατεύσουν τα πνευματικά τους παιδιά, γιατί έχει εισβάλει ύπουλα στον χώρο της Εκκλησίας, δηλητηριάζοντας ψυχές και συνειδήσεις, μετατρέποντας την αλήθεια σε ψεύδος. Κρύβεται πίσω από έναν εφάμαρτο ευσεβισμό και μια αληθοφάνεια, η οποία, χρησιμοποιώντας κατά κόρον και τα μέσα της εποχής, «κερδίζει έδαφος» στις συνειδήσεις των ανθρώπων, οι οποίοι μέσα στην άγνοια, αλλά, δυστυχώς (!), και την αδιαφορία, πολλές φορές να μάθουν, πιάνονται στα δίχτυα και γίνονται έρμαιο στις ορέξεις αυτών που προκαλούν το φαινόμενο.
Ως «Γεροντισμό» εννοούμε την τάση του Γέροντα/πνευματικού να πατρονάρει τους χριστιανούς που εξομολογεί, επεμβαίνοντας σε όλο το φάσμα της προσωπικής, οικογενειακής, επαγγελματικής και κοινωνικής τους ζωής, και μάλιστα με ιδιοτελή τρόπο. Δεν πρόκειται για το θυσιαστικό ανιδιοτελές ενδιαφέρον του πνευματικού για τις ψυχές που ο Θεός του εμπιστεύθηκε, και που φυσικά θα εκτείνεται σ’ όλο το εύρος της ζωής, αφού η πνευματική ζωή δεν είναι τίποτε άλλο παρά η καθημερινή ζωή μας. Στον «Γεροντισμό» το ενδιαφέρον είναι προσχηματικό, αφού ζητούμενο είναι η ανάπαυση του πνευματικού και όχι η σωτηρία των πιστών. Δυστυχώς μέσα στην Εκκλησία μας υπάρχουν «μικροκλίματα», όπου δημιουργούν οπαδούς και όχι πιστούς χριστιανούς. Ο οπαδός κρύβει μέσα του έναν φανατισμό, ο οποίος μετατρέπεται εύκολα σε βία μόλις θιχθεί το πιστεύω του, πράγμα ξένο προς την πίστη και την διδασκαλία του Χριστού.
Είναι σαφής ο Χριστός για το πώς πρέπει να είναι ο χριστιανός, λέγοντας ξεκάθαρα: «Μάθετε ἀπ' ἐμοῦ, ὅτι πρᾶός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταὶς ψυχαῖς ὑμῶν» (Ματθ. ια´ 29). Κοντά στον Χριστό μόνο γαλήνη και ηρεμία υπάρχει· ταραχή, οργή και βία είναι ξένα προς Αυτόν!
Ο «Γεροντισμός» αποτελεί άρνηση της πνευματικής πατρότητος, η οποία έχει δοθεί ως δώρο του Θεού στον άνθρωπο, να νιώσει και να είναι Πατέρας! Η ευθύνη του πνευματικού είναι ένας σταυρός, στον «Γεροντισμό» όμως ο σταυρός μετατρέπεται σε αναπαυτική πολυθρόνα, αφού χαρίζει στον πνευματικό άνεση, τιμή και δόξα. Ψυχολογικά, ο «Γεροντισμός» μπορεί να νοηθεί ως μια εναγώνια προσπάθεια τού πνευματικού να είναι αναντικατάστατος και απαραίτητος στα πνευματικά τέκνα του, ώστε να αισθάνεται ο ίδιος χρήσιμος και να αποκτά ταυτότητα, οντότητα και αυτοεκτίμηση μέσα από την πνευματική σχέση.
Αυτή η αρρωστημένη κατάσταση δημιουργεί και την «γεροντολατρεία», η οποία φθάνει τα όρια της «γεροντολαγνείας». Οι άνθρωποι, στην προσπάθειά τους να βρουν κάποιον διορατικό πνευματικό, πέφτουν στο λάθος να δημιουργούν κάποιον, ώστε με την φαντασία και με ελαφρά τη καρδία να αποδίδουν χαρίσματα σε άτομα όχι απλώς μη έχοντα τέτοιες δωρεές, αλλά αγγίζοντας ενίοτε και τα όρια της ψυχοπάθειας και της πλάνης. Ψάχνουν στην ουσία για κάποιον «μάγο – μάντη», ο οποίος θα τους πει το μέλλον!
Αντικαθιστούν τον Θεό με το πρόσωπο του Γέροντα, αλλοιώνοντας το νόημα της ύψιστης πνευματικής σχέσης που πρέπει να υπάρχει με αυτόν και φθάνοντας ακόμη και στα όρια της βλασφημίας! Αυτό, φυσικά, σε καμία περίπτωση δεν μειώνει την γνήσια σχέση, η οποία είναι αναντικατάστατη.
Πόσο απέχουν αυτοί οι άνθρωποι από την αλήθεια! Σε τι πλάνη τους έχει ρίξει ο πειρασμός, ώστε να μην ενδιαφέρονται για την ανάπαυση τής ψυχής τους, αλλά μαζί με την δική τους να καταστρέφουν και τις ψυχές άλλων!
Δυστυχώς, στον χώρο της Εκκλησίας πάντα υπήρχε αυτή η «σχοινοβασία» στα όρια της αλήθειας και του ψεύδους, και αρκετές φορές η αλήθεια χρησιμοποιήθηκε ως πρόσχημα για να καλυφθεί το ψεύδος. Η αλήθεια όμως δεν χρησιμοποιείται, όσο και να το θέλουν κάποιοι, γιατί είναι ο Χριστός και πάντα λάμπει! Το μόνο που καταφέρνουν είναι να δημιουργούν κάποια σύννεφα, τα οποία όμως είναι παροδικά, αλλά προκαλούν σύγχυση και ταραχή στον αγώνα του χριστιανού.
Η αρετή της διακρίσεως είναι αυτή, η οποία ξεδιαλύνει τα σύννεφα, που προκαλούνται στην πνευματική ζωή. Η διάκριση τού πνευματικού μπορεί να εντοπίσει την λάθος πορεία που ακολουθεί ο άνθρωπος και να τον πείσει να επανέλθει! Για να τον πείσει όμως, πρέπει να κινηθεί διακριτικά, με μοναδικά όπλα την αγάπη και την υπομονή, ακολουθώντας σταθερά βήματα πνευματικής καθοδηγήσεως.
Πρώτο βήμα είναι να τον κάνει να νιώσει ελευθερία, μέσα από την οποία θα καλλιεργηθεί η εμπιστοσύνη και, σαν δεύτερο βήμα, θα ακολουθήσει η προσπάθεια να τον ελαφρώσει, ώστε να μην μείνει με το βάρος της πτώσης του, αλλά με την «γεύση» που αφήνει η πτώση, ώστε να νιώσει αυτό το βάρος σαν κάτι ξένο και ότι πρέπει να το αποβάλει άμεσα. Η πικρή «γεύση» που αφήνει η αμαρτία θα είναι ενθύμηση και αποτροπή από την επανάληψή της.
Μεγάλη προσοχή οφείλει ο Πνευματικός να δώσει στο σημείο αυτό, όσον αφορά στον έλεγχο και την παρατήρηση, να γίνεται με διάκριση, και αν χρειαστεί ακόμη να γίνει ο έλεγχος, ώστε ο εξομολογούμενος να μην πονέσει περισσότερο από όσο έχει πονέσει με το αμάρτημά του.
Σκοπός είναι να μην τονίζεται το λάθος, αλλά η μετάνοια, ώστε να κατανοήσουμε το λάθος, την πτώση στην αμαρτία και πού μπορούμε να οδηγηθούμε, αν δεν σηκωθούμε αμέσως. Ο Χριστός στην μέλλουσα Κρίση δεν θα μας ρωτήσει γιατί αμαρτήσαμε, αλλά γιατί δεν σηκωθήκαμε, δεν μετανοιώσαμε.
Σαν στοργικός Πατέρας οφείλει ο πνευματικός να αγκαλιάσει και να παρηγορήσει το πνευματικό του παιδί, να του απαλύνει τον πόνο και να του δώσει το θάρρος να σηκωθεί.
Εδώ φαίνεται καθαρά η διάκριση στον ρόλο του πνευματικού ως Πατέρα και όχι σαν Δικαστή! Τον ρόλο του Δικαστού, τον έχει κρατήσει ο ίδιος ο Χριστός για τον εαυτό Του. Στον Πνευματικό ανέθεσε τον ρόλο του Πατέρα, να παρηγορεί και να συγχωρεί! Είναι μεγάλη υπόθεση για όλους να καταφέρουμε να δούμε τον πνευματικό μας ως Πατέρα και όχι σαν δικαστή! Τότε μόνο θα καταφέρουμε να απαλλαγούμε από τα αγκάθια που πληγώνουν την καρδιά μας και δεν την αφήνουν να κινηθεί και να χτυπήσει ελεύθερα, να αγαπήσει και να αγαπηθεί πραγματικά, για τον σκοπό που είναι πλασμένη!
Ένα άλλο θέμα, σχετικό με την εξομολόγηση, στο οποίο επικρατεί κάποια σύγχυση σήμερα σε πολλούς χριστιανούς, είναι οι λογισμοί. Οι λογισμοί, κατ’ αρχάς, δεν είναι αμαρτία· είναι οι καθημερινές μας σκέψεις και καταβάλλουμε προσπάθεια, διώχνοντας τους κακούς-πονηρούς λογισμούς, ώστε να μένουν οι καλοί λογισμοί. Αυτή η προσπάθεια έχει επιτυχίες, αλλά και αποτυχίες- ανθρώπινο! Γι’ αυτό και δεν σταματά ποτέ η προσπάθεια. Οι λογισμοί γίνονται αμαρτία, όταν εσκεμμένα τους κρατάμε και τους δουλεύουμε στο μυαλό μας, όταν δεν τους αποβάλλουμε εγκαίρως με την εξομολόγηση. Τότε αυτοί κάνουν «ρίζες» μέσα μας και μας οδηγούν σε λάθος μονοπάτια, μετατρέποντας τον λογισμό σε πράξη, δηλαδή αμαρτία!
Σύγχυση και άγνοια επίσης επικρατεί με την εξομολόγηση.
Έχει διαφορά να λέω τον λογισμό μου από το να εξομολογούμαι τον λογισμό μου. «Λέω τον λογισμό μου» σημαίνει ότι απλά τον αναφέρω ή προσπαθώ να τον επιβάλω γενικά, σε συζήτηση που κάνω με άλλους, ενώ «εξομολογούμαι τον λογισμό μου» σημαίνει ότι μετάνιωσα γι’ αυτό που σκέφτηκα και ζητάω συγχώρεση αποκλειστικά από τον πνευματικό μου.
Χρειάζεται προσοχή λοιπόν με το μυστήριο της εξομολογήσεως. Δεν πηγαίνω για κουβέντα ή για να δικαιολογηθώ, αλλά με μετάνοια αναφέρω το λάθος μου, ζητώντας συγχώρεση! Ο διάβολος προσπαθεί να μας μπερδέψει ακόμη και κατά την διάρκεια της εξομολογήσεως, εκεί που είμαστε «ενώπιος ενωπίω, μόνοι μόνω τω Θεώ», που δεν έχουμε πλέον να κρυφθούμε από τίποτα. Αρχίζουμε μια επεξήγηση αυτού που λέμε, η οποία μετατρέπεται σε πολυλογία, ξεχνιέται ο νους και ξεφεύγει από τον σκοπό που είναι η μετάνοια και η συγγνώμη, αρχίζοντας τις δικαιολογίες και τις περισσότερες φορές καταλήγει στο αίτημα της δικαιώσεως του εαυτού μας.
Η εξομολόγηση μάς αποφορτίζει από τα ψυχικά βάρη και μας ανανεώνει. Είναι ανάγκη επιτακτική να μάθουμε να εξομολογούμαστε πραγματικά, με αληθινή μετάνοια, ζητώντας συγχώρεση. Έχουμε φορτωθεί πολλά και λογικό είναι να γονατίζουμε συνεχώς. Οφείλουμε να συνηθίσουμε την χρήση της «συγγνώμης» στην καθημερινότητά μας. Είναι ένα από τα μέσα που βοηθούν στον πνευματικό μας αγώνα.
Η μόνη λέξη που οδηγεί με σιγουριά στον παράδεισο, αλλά λείπει από το λεξιλόγιό μας είναι η «Συγγνώμη»! Όταν την χρησιμοποιήσουμε πραγματικά, τότε θα νοιώσουμε την χαρά του παραδείσου. Η χαρά του παραδείσου είναι το φως της Αναστάσεως! Το φως του Χριστού! Η συγγνώμη μας οδηγεί με σιγουριά από την πτώση, που είναι ανθρώπινη, στην Ανάσταση – τον σκοπό μας – την πραγματική χαρά μας!
Η χαρά είναι το κοινό γνώρισμα του εξομολογούμενου και του πνευματικού. Ο πνευματικός χαίρεται με την προσπάθεια και την πρόοδο του πνευματικού του τέκνου. Ο εξομολογούμενος χαίρεται μετά από κάθε εξομολόγηση και αναζωογονείται.
Η εξομολόγηση είναι το μυστήριο της Χαράς!
Η εμπιστοσύνη μάς γεμίζει με χαρά!
Η υπακοή γεννάει την χαρά!
Ο άνθρωπος είναι πλασμένος για να χαίρεται!
Δική μας «απόλυτα» η επιλογή!
Καλή Ανάσταση!

+Αρχιμ. Βαρθολομαίος
Καθηγούμενος Ι.Μ. Εσφιγμένου Αγίου Όρους